«Οποτεδήποτε κάποιος πολίτης των Ηνωμένων Πολιτειών ανακαλύψει απόθεμα κουτσουλιών σε κάποιο νησί (ή νησίδα, ή βραχονησίδα) το οποίο δεν ανήκει στη νόμιμη επικράτεια κάποιας άλλης κυβέρνησης και δεν κατέχεται από πολίτες κάποιας άλλης κυβέρνησης, και αποκτήσει την ειρηνική κατοχή του, αυτό το νησί μπορεί, κατά την ευχέρεια του Προέδρου, να θεωρηθεί ότι ανήκει στις Ηνωμένες Πολιτείες».
Αυτά ορίζει το πρώτο άρθρο του Νόμου των Νησιών της Κουτσουλιάς (Guano Islands Act) που ψηφίστηκε από το αμερικανικό Κογκρέσο στις 18 Αυγούστου του 1856, και παραμένει σε ισχύ μέχρι και σήμερα.
Κατ’ εφαρμογή του νόμου αυτού, που προβλέπει στα επόμενα άρθρα του ότι ο αμερικανικός στρατός μπορεί να επεμβαίνει για να προστατεύει τις κτήσεις αυτές, πάνω από 50 τέτοια νησιά έχουν προσαρτηθεί σε κάποια στιγμή από τις ΗΠΑ. Σήμερα, μετά από μια σειρά διεθνών συνθηκών όπως η Συνθήκη της Τάραβα με το Κιριμπάτι (1979), και η Συνθήκη του Τοκεχέγκα με τη Νέα Ζηλανδία για τον καθορισμό των θαλασσίων συνόρων μεταξύ του Τοκελάου και της Αμερικανικής Σαμόα (1980), οι ΗΠΑ διατηρούν στην κατοχή τους 8 τέτοια νησιά στον Ειρηνικό και άλλα 3 στην Καραϊβική.
Βλέπετε, για το μεγαλύτερο μέρος του 19ου αιώνα οι κουτσουλιές από θαλασσοπούλια και δευτερευόντως από νυχτερίδες, καθώς και τα αντίστοιχα αφοδεύματα από φώκιες και άλλα θαλάσσια θηλαστικά, θεωρούνταν περιζήτητο εμπόρευμα. Η υψηλή περιεκτικότητα του guano σε άζωτο, φωσφορικά και κάλιο, το καθιστούσε εξαιρετική πρώτη ύλη για την παραγωγή λιπασμάτων για εντατικές καλλιέργειες, αλλά και μπαρουτιού.
Επειδή όμως τα αποθέματα κουτσουλιάς φαινόταν ότι θα εξαντληθούν γρήγορα, και με δεδομένο ότι οι καλύτερες τοποθεσίες για εξόρυξη ήταν τα ερημονήσια όπου τα θαλασσοπούλια «δημιουργούσαν πλούτο» επί αιώνες με την ησυχία τους, συχνά ξεσπούσαν ακόμη και αιματηρές συρράξεις μεταξύ ανταγωνιστικών επιχειρήσεων από διαφορετικά κράτη για το ποιος θα προλάβει να εξορύξει πρώτος.
Ακριβώς λοιπόν για να σταματήσει η αιματοχυσία πάνω από τις κουτσουλιές, και για να έχουν οι Αμερικανοί επιχειρηματίες τη διασφάλιση που χρειάζονταν για να ξεχυθούν στις θάλασσες προς αναζήτηση του πολύτιμου αυτού αγαθού, ψηφίστηκε ο Νόμος των Νησιών της Κουτσουλιάς που έθεσε μια τάξη στο χάος με την απειλή της σιδερένιας πυγμής του Κράτους.
Το παγκόσμιο εμπόριο guano αποδείχτηκε ευχή και κατάρα για τους ανθρώπους που επηρεάστηκαν απ’ αυτό, με χαρακτηριστικότερο παράδειγμα τη μικροσκοπική νησιωτική δημοκρατία του Ναούρου, με την εκπληκτικά όμορφη σημαία για την οποία μιλήσαμε αλλού. Το Ναούρου είναι μια χώρα που ξέρει από μπελάδες: μέχρι να ανεξαρτητοποιηθεί το 1968, υπήρξε διαδοχικά αποικία της Γερμανικής Αυτοκρατορίας, προτεκτοράτο της Κοινωνίας των Εθνών υπό την κοινή διοίκηση της Αυστραλίας, της Νέας Ζηλανδίας και του Ηνωμένου Βασιλείου, κατεχόμενο από την Ιαπωνία κατά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, και προτεκτοράτο ξανά των Ηνωμένων Εθνών.
Όμως τα πιο δυσεπίλυτα προβλήματα ξεκίνησαν μετά την ανεξαρτητοποίηση, όταν οι περίπου 10.000 κάτοικοι του νησιού είπαν να αξιοποιήσουν εντατικότερα τα τεράστια, όπως φαινόταν φωσφορικά κοιτάσματά τους (για την προέλευση των οποίων, αν δηλαδή είναι πτηνογενή ή όχι, οι απόψεις η αλήθεια είναι ότι διίστανται). Στην αρχή το πράγμα πήγαινε καλά: για ένα μικρό μάλιστα διάστημα, στα τέλη της δεκαετίας του 1960 και στις αρχές του 1970, το Ναούρου είχε χάρη στις κουτσουλιές του το δεύτερο, μετά τη Σαουδική Αραβία, υψηλότερο κατά κεφαλήν εισόδημα σε ολόκληρο τον πλανήτη.
Έκτοτε όμως τα κοιτάσματα ουσιαστικά εξαντλήθηκαν, οι πληγές της εξόρυξης δεν επουλώθηκαν με το νησί να μοιάζει ακόμη και σήμερα με βομβαρδισμένο τοπίο, και τα χρήματα που είχαν συγκεντρωθεί σπαταλήθηκαν γρήγορα εξαιτίας λάθος επενδυτικών αποφάσεων που περιλαμβάνουν μεταξύ άλλων και τη χρηματοδότηση ενός αποτυχημένου μιούζικαλ για τη ζωή του Λεονάρντο ντα Βίντσι.
Αποτέλεσμα; Μετά από κάποιες αποτυχημένες προσπάθειες να γίνει το Ναούρου κέντρο ξεπλύματος βρώμικου χρήματος, να κερδίσει χρήματα αναγνωρίζοντας κράτη όπως το Κόσοβο και η Αμπχαζία, και να βγάλει σε πλειστηριασμό το αν θα αναγνωρίσει την ΛΔ της Κίνας ή την Ταϊβάν, πλέον κατέληξε στην λιγότερο τιμητική λύση απ’ όλες τις παραπάνω, να έχει ως κύρια πηγή εισοδήματος το μίσθωμα που καταβάλλει η Αυστραλία για να λειτουργεί εκεί στρατόπεδο συγκέντρωσης παράτυπων μεταναστών και αιτούντων άσυλο, τη θλιβερή ιστορία του οποίου μπορείτε να διαβάσετε στο αναλυτικό άρθρο του Guardian.
Αν λοιπόν η μοίρα το φέρει, και ύστερα από την έκρηξη ενός θαλάσσιου ηφαιστείου γεννηθεί κάποιο νέο νησάκι στο Αιγαίο, από τα πρώτα πράγματα που καλό θα είναι να κάνουμε είναι το να πάμε να κρεμάσουμε cd να διώχνουν τους γλάρους. Θα γλιτώσουμε και αποβάσεις, και νέες χρεοκοπίες.
Social Links: