Μου είναι πολύ δύσκολο να γράψω για τους Conception –βλέπετε, πρόκειται για την αγαπημένη μου μπάντα. Στην πραγματικότητα, γράφοντας –κάπως μουδιασμένα– αυτό το κείμενο δεν έχω καταλήξει ακόμα αν το…

Re – Conception: Η Επιστροφή

Μου είναι πολύ δύσκολο να γράψω για τους Conception –βλέπετε, πρόκειται για την αγαπημένη μου μπάντα. Στην πραγματικότητα, γράφοντας –κάπως μουδιασμένα– αυτό το κείμενο δεν έχω καταλήξει ακόμα αν το πηγαίνω για μια κριτική αποτίμηση του τελευταίου τους δίσκου, μια πιο συνολική ματιά ή αν απλά γράφω πράγματα που μου έρχονται στο κεφάλι. Ας προσπαθήσω όμως να το ισορροπήσω.

Τι είναι οι Conception; Πρόκειται για μια Νορβηγική prog/power μπάντα –αρκετά δύσκολη η κατηγοριοποίηση στην περίπτωσή τους– η οποία ιδρύθηκε το 1989, κυκλοφορώντας τον πρώτο τους δίσκο, το The Last Sunset το 1991. Ακολούθησαν οι δίσκοι Parallel Minds, In Your Multitude και Flow, δίσκοι για τους οποίους η εύρεση κοινού παρονομαστή, πέρα από τα μέλη –τα οποία για όλο το διάστημα παραμένουν σταθερά–, είναι εξαιρετικά δύσκολη. Πρόκειται για δίσκους τόσο ιδιαίτερους και διαφορετικούς που μικρή ή και ελάχιστη σχέση έχουν ο ένας με τον άλλον, σε ένα επίπεδο πέρα από αυτό του συναισθήματος.

Τι το ιδιαίτερο όμως με αυτούς τους τύπους; Αρχικά το Prog στοιχείο ιδωμένο με μια διαφορετική ματιά που ξεφεύγει από την «υπερβολή» (τυρίλα, δηλαδή) του ευρωπαϊκού Prog Power της περιόδου. Δεν αναφέρομαι μόνο στους ευρύτατους πειραματισμούς όπως ο ήχος της κιθάρας, σταθερά χωρίς παραμόρφωση, ούτε στις αισθητικές επιρροές τους, τις οποίες και καταφέρνουν να ενσωματώσουν, δημιουργώντας έναν εξαιρετικά ιδιαίτερο και αναγνωρίσιμο ήχο. Αναφέρομαι σε περιπτώσεις όπως την ένταξη μελωδιών φλαμένκο ή και τζαζ, πράγμα το οποίο ακούγεται ιδιαίτερα γραφικό αλλά στην πραγματικότητα κολλάει εξαιρετικά δημιουργώντας μια περίεργη, αλλά με τον καλό τρόπο ατμόσφαιρα, η οποία υπερβαίνει κατά πολύ αυτό που έχουμε στο μυαλό μας ως μέταλ. Υπάρχει όμως και κάτι ακόμα, αρκετά διαφοροποιητικό σε σχέση με το υπόλοιπο μέταλ: το στιχουργικό τους βάθος. Πρόκειται για μια μπάντα η οποία έχει προσδώσει στους στίχους μεγάλη σημασία, με αποτέλεσμα συχνά να φλερτάρει ανοιχτά με όρους ποίησης. Ας το πιάσω όμως από την αρχή.

Όλα ξεκίνησαν από τον δίσκο The Last Sunset του 1991. Η έλλειψη ενδιαφέροντος από τις δισκογραφικές εταιρίες τους ώθησε στο να τον κυκλοφορήσουν μόνοι τους. Και τι δίσκος! Καθώς τον ξανά επισκέπτομαι με την ευκαιρία του κειμένου, μου φαίνεται ακόμα τόσο φρέσκο και ενδιαφέρον, με το σημάδι του χρόνου να βρίσκεται μόνο στην παραγωγή. Έχουν περάσει κοντά 30 χρόνια άλλωστε. Μεγάλοι πειραματισμοί –και το σημαντικότερο: μια μεγάλη αναζήτηση κατεύθυνσης και  αισθητικής.

 

 

Το Last Sunset ακολουθήθηκε από άλλους τρεις δίσκους. Πρόκειται για το κλασικό πια Parallel Minds (1993), έναν από τους πιο αναγνωρίσιμους δίσκους του Μελωδικού Μέταλ (βλ. Roll the Fire, The Promiser) που συνάμα αποτελεί και τον πιο «Power» δίσκο τους, με τα φωνητικά του νεαρού τότε Roy Khan πραγματικά να απογειώνουν το αποτέλεσμα, με κομμάτια όπως το Silent Crying, με αναφορές σε περίπτωση βιασμού από τη μεριά του θύματος, να σηματοδοτούν μια αναζήτηση προς την ωριμότητα τους ως συγκροτήματος.

 

 

Το 1995, έρχεται το In your Multitude, αρκετά μακριά από τη λογική του Parallel Minds, αποτελώντας μια τομή στην ωριμότητα του συγκροτήματος, γεγονός που φαίνεται τόσο σε μουσικό όσο και σε στιχουργικό πια επίπεδο. «Ηow I wish that you were here / to fulfill the dreams we never dared / help me make it through / when the winter night is clear / I see stars, adore their multitude / they shine for you and I», στίχοι από το ομώνυμο In your Multitude, οι οποίοι σε συνδυασμό με την ανατριχιαστική τους εκτέλεση με στοίχειωσαν και εξακολουθούν να με στοιχειώνουν για όλη μου τη ζωή.

 

 

Το In Your Multitude ακολουθεί το Flow (1997). Ένας δίσκος-σταθμός, ο οποίος υπερβαίνει κατά πολύ τα διευρυμένα όρια του prog μέταλ. Ένας δύσκολος αλλά εξαιρετικά ενδιαφέρων δίσκος που δεν έχει καμία σχέση με τους προηγούμενούς τους, o οποίος είναι –νομίζω– εξαιρετικά ενδεικτικός για το τι είναι οι Conception. Μια ατέρμονη μουσική αναζήτηση. Ένα πραγματικό μνημείο πειραματισμού τόσο για τους ίδιους όσο και για όλο το είδος συνολικά.

 

 

Και τι συνέβη από τότε; Ένα μεγάλο κενό, τουλάχιστον για τους Conception. Το 1998 ο Roy Khan, περνάει στους Kamelot, τους οποίους και φέρνει στο προσκήνιο παραμένοντας έως το 2010. Ένα μίγμα θεολογικών αναζητήσεων για τον μαχητικά –έως τότε– άθεο Roy Khan, σε συνδυασμό με τη συνάντησή του με τον αλκοολισμό και με μια εκτεταμένη υπερκόπωση, γεγονότα που τον έφεραν κοντά στο φυσικό του τέλος, τον έκαναν να φύγει από τους Kamelot «στο απόγειο της δόξας τους» και να παρατήσει τελείως τη μουσική βιομηχανία, με το τελευταίο τους άλμπουμ μαζί τους, το Poetry for the Poisoned, να εμπεριέχει ακριβώς αυτές τις αναζητήσεις και την αυτοκαταστροφική του πορεία. Με τα υπόλοιπα μέλη να χαράσσουν δικές τους δισκογραφικές και κάπως πιο αφανείς πορείες.

Οι Conception και ο Roy Khan –αδυνατώ να τα ξεχωρίσω– για εμένα ήταν και είναι πολλά πράγματα, με αποτέλεσμα το να τους αναφέρω απλά ως το αγαπημένο μου συγκρότημα να μου φαίνεται πολύ λίγο. Πρακτικά μπορώ να πω ότι άκουγα περισσότερο Conception και Roy Khan παρά συνολικά μέταλ. Θυμάμαι ακόμα τον κόμπο που ένιωθα το 2010, με τα νέα της παραίτησης του Khan. Μπορώ να πω ότι έχω μεγαλώσει –και πια ωριμάσει– ακούγοντάς τους. Είναι μια αλληλεπίδραση με την οποία έχω μοιραστεί ένα σύμπλεγμα με τις σημαντικότερές μου αναμνήσεις. Μνήμες χαράς, λύπης, αγάπης και θρήνου, συνοδευόμενες πάντα από αυτά τα ακούσματα. Ήταν πάντα συνοδοιπόροι. Και παρ’ όλες τις περιόδους που τους άφηνα στην άκρη, κυρίως τα τελευταία δύο χρόνια, το δέσιμο παρέμενε πάντοτε ισχυρό. Βλέπετε, είχα χάσει κάθε ελπίδα πια για πιθανή επιστροφή τους. Και να που διαψεύστηκα. Ένα θεολογικού περιεχομένου τραγούδι  που δημοσίευσε την άνοιξη ο Roy Khan –το πρώτο μετά από 8 χρόνια– πυροδότησε μια σειρά από φήμες για επανένωση των Conception. Αυτές πια επαληθεύτηκαν.

Είχα μια μεγάλη ανησυχία για αυτό το δίσκο. Παρ’ όλη μου την άσβεστη επιθυμία για την επιστροφή κρατούσα πολύ χαμηλές προσδοκίες. Βλέπετε είχαν περάσει 21 χρόνια, και τίποτε πια δεν ήταν ακριβώς το  ίδιο, φυσικά ούτε κι εγώ. Ανησυχούσα ιδιαίτερα για το ποιον των θεολογικών αναζητήσεων και το κατά πόσο αυτές θα επιδρούσαν με έναν τρόπο που θα υπερκάλυπτε το αποτέλεσμα και θα με αποξένωναν. Άλλωστε ο πήχης ήταν πάρα πολύ ψηλά με τις προηγούμενές τους κυκλοφορίες και ειδικά με το Flow. Και εδώ διαψεύστηκα.

Το EP τους, με τίτλο My Dark Symphony, κυκλοφόρησε στις 23 Νοεμβρίου και απαρτίζεται από 6 κομμάτια, ενώ είχε προηγηθεί η κυκλοφορία του Single τους περίπου δύο εβδομάδες πριν. Υφολογικά θα έλεγα ότι είναι η πιο σκοτεινή τους κυκλοφορία, που με έναν τρόπο συνομιλεί με το Poetry for The Poisoned που έγραψε ο Roy Khan ως τον τελευταίο του δίσκο με τους Kamelot. Μουσικά πάλι είναι κάτι 100% καινούριο, άρα και πάλι 100% Conception. Με έναν αδιανόητο τρόπο έχουν καταφέρει να κρατήσουν τον ιδιαίτερο και αναγνωρίσιμο ήχο που είχαν πριν 20 χρόνια. Η φωνή; Αναλλοίωτη, σαν να μην πέρασε ούτε μια μέρα. Το συναίσθημα; Είναι πάντα εκεί. Μέσα σε ένα δισκάκι εμπεριέχονται συμπυκνωμένα 20 χρόνια  απογοητεύσεων, διαψεύσεων, θανάτου, έρωτα. Τεράστιο το δέος. Ανατριχίλα όσο το ακούω και το ξανακούω.

 

 

Αρχικά, ο δίσκος μας καλωσορίζει με το re:conception. Μια ορχηστρική σύνθεση που γρήγορα σε εισάγει στη συνολικά σκοτεινή ατμόσφαιρα και είναι εκεί για να σου υπενθυμίσει ένα πράγμα. Οι Conception δεν είναι μόνο ο Roy Khan, αλλά και οι εξαιρετικοί μουσικοί, με τον Tore Ostby, κιθαρίστα του συγκροτήματος, που γράφει τη μουσική να έχει κάνει εδώ ένα θαύμα.

 

 

Το re:conception διαδέχεται το Grand Again. Πρόκειται μάλλον για ένα αυτοβιογραφικό κομμάτι το οποίο πρακτικά πιάνει τη ζωή του Roy Khan από εκεί όπου την άφησε το Poetry for The Poisoned. Αν το Poetry παρουσιάζει την πτώση και το δρόμο προς τον θάνατο, τότε το Grand Again, 8 χρόνια μετά, παρουσιάζει την ανάταση και τη συμφιλίωση με τον εαυτό του. Ουσιαστικά παρουσιάζει την επιστροφή του. Grand Again, αλλά απαλλαγμένος από τα παρελθοντικά βάρη, προσπαθώντας να αποποιηθεί την όποια «αλλοτρίωση» του προξένησε η διασημότητα και τη ζωή του σε ένα καθεστώς «αμαρτίας». Φυσικά, στην όλη διαπραγμάτευση, οι θεολογικές του αναζητήσεις είναι παρούσες, με τον ίδιο πλέον να δηλώνει Χριστιανός.

 

 

Σε αντίστοιχη ατμόσφαιρα κινείται και το Into the Wild, από τα πιο catchy κομμάτια του δίσκου, με ένα ρεφρέν κομμένο και ραμμένο για να υπάρχει για καιρό μέσα στο κεφάλι σου. Τουλάχιστον αυτό συνέβη σε εμένα.

 

 

Ακολουθεί το Quite Alright, νομίζω το αγαπημένο μου κομμάτι, γραμμένο όπως φαίνεται γύρω από μια απογοήτευση. Ένα γρήγορο, ραδιοφωνικό κομμάτι θα έλεγα, το οποίο πραγματικά ο Khan απογειώνει, με την τρομακτική του ερμηνεία, ενώ στιχουργικά αποτελεί από τις ισχυρότερες προτάσεις του EP.

 

 

Στη συνέχεια το The Moment. Εδώ ο Tore Ostby που έχει γράψει τη μουσική δίνει το στίγμα του. Τζαζ αισθητική, παρουσία πιάνου και επιρροές παραδοσιακής Κινεζικής μουσικής, οκ περίεργο αλλά αυτό είναι οι Conception. Μια διάχυτη αίσθηση πειραματισμού που οδηγεί στο πιο δύσκολο στο να το ακούσεις κομμάτι του δίσκου, αλλά ταυτόχρονα και στο πιο αντιπροσωπευτικό τους.

 

 

Και για το τέλος, My Dark Symphony –νομίζω το πιο ολοκληρωμένο κομμάτι του δίσκου. Η διαπραγμάτευση του αποχωρισμού του θανάτου και μια ανοικτή υπόσχεση για συνάντηση στο μέλλον, με τη θλίψη και την απόγνωση να είναι πέρα για πέρα παρούσες.  

 

 

Συνοψίζοντας, καθώς μου είναι αδύνατο να αποποιηθώ τον φανμποϊσμό μου, τα τόσα συνδεδεμένα μαζί τους βιώματα και τη μεγάλη προσμονή για την επιστροφή τους, ζητήματα που με λίγα λόγια καθιστούν αυτό το κείμενο πολύ μακρινό από λογικές κριτικής, θα έλεγα ότι πρόκειται για έναν εξαιρετικό δίσκο, ο οποίος παρότι δεν είμαι ακόμα σίγουρος αν μπορεί να σταθεί επάξια δίπλα στο Flow, σίγουρα όμως μπορεί να συνεχίσει ακριβώς αυτήν την πειραματική παράδοση. 21 χρόνια μετά, το συναίσθημα παραμένει βαθύ και αναλλοίωτο –και αυτό δεν μπορεί να το καλύψει κανένα κείμενο.