Ο δίσκος που προέβλεψε και συνεχίζει να προβλέπει το μέλλον όλων μας, a.k.a. OK Computer, φαίνεται πως ταλαιπώρησε τους Radiohead τόσο πριν όσο και μετά από 22 χρόνια από την…

Χακαρισμένοι Radiohead: Κρυφακούγοντας την Σύνθεση ενός Αριστουργήματος

Ο δίσκος που προέβλεψε και συνεχίζει να προβλέπει το μέλλον όλων μας, a.k.a. OK Computer, φαίνεται πως ταλαιπώρησε τους Radiohead τόσο πριν όσο και μετά από 22 χρόνια από την κυκλοφορία του. Το 2017 το OK Computer επανακυκλοφορεί ανανεωμένο με τον τίτλο OK Computer OKNOTOK 1997 2017, έχοντας στο περιεχόμενό του πλέον και έναν δεύτερο δίσκο με κομμάτια που γράφτηκαν ή εκτελέστηκαν live εκείνη την περίοδο, αλλά ποτέ δεν εκδόθηκαν σε studio version. Οι fans πίστευαν πως αυτό ήταν αρκετό για να κατανοήσουν την τότε ψυχοσύνθεση της μπάντας, ωστόσο τα δεδομένα ανατράπηκαν κατά πολύ.

Πριν από λίγες μέρες ένας άγνωστος, σε γνωστή πλατφόρμα, γνωστοποίησε πως έχει στην κατοχή του κάποια αρχεία από τα ενδότερα εκείνης της Radiohead εποχής και αργότερα τους εκβίασε απροκάλυπτα ζητώντας το ποσό των $150.000 προκειμένου να μην δημοσιευθούν τα αρχεία αυτά. Αφοπλιστικοί όπως πάντα, οι Radiohead και συγκεκριμένα ο Jonny Greenwood με αναρτήσεις σχεδόν σε όλα social media ανακοίνωσαν το περιστατικό και ανέβασαν αυτά τα 18 αρχεία των 18 ωρών στο bandcamp με το αντίτιμο των 18 λιρών (που θα δοθούν στην περιβαλλοντική οργάνωση Extinction Rebellion) μόνο για 18 μέρες, λέγοντας χαρακτηριστικά «you can find out if we should have paid the ransom» (see what they did there).

Φρόντισαν να ξεκαθαρίσουν πως τα αρχεία αυτά δεν επρόκειτο ποτέ να έφταναν στα χέρια του κοινού (παρόλο που τελικά μερικά δημοσιεύτηκαν το 2017), είναι εξεζητημένου ενδιαφέροντος και πολύ πολύ μεγάλης διάρκειας. Το MINIDISCS [HACKED], λοιπόν, είναι μια 18ωρη συλλογή δισκετών αποτελούμενη από demos, ηχογραφήσεις, live εκτελέσεις, πρόβες, ακόμα και μαγνητοφωνήσεις χωρίς αντικειμενικά καμία συνοχή.

Φαινομενικά, οι Radiohead έκαναν απλώς μια σωστή και ψύχραιμη διαχείριση της κατάστασης. Στην πραγματικότητα, όμως, η κίνησή τους ήταν το λιγότερο συγκινητική. Μέσα σε αυτόν τον –ας τον πούμε– δίσκο κρύβεται κάτι πολύτιμο, κάτι μη εξαγοράσιμο. Έχουμε απέναντί μας καλλιτέχνες που μοιράζονται μαζί μας την ψυχή τους, την ιδιοσυγκρασία τους, την έμπνευσή τους, τα μυστικά τους. Οι Radiohead εμπιστεύονται το κοινό τους και στέκονται μπροστά του γυμνοί. Μας παρουσιάζουν την εντελώς ακατέργαστη και αυθόρμητη πλευρά τους, μας δίνουν το δικαίωμα να συγκρίνουμε ή ακόμα και να κρίνουμε, να επιλέξουμε μια τελείως διαφορετική εικόνα για τα κομμάτια που ακούγαμε έως τώρα.

Προφανώς ο δίσκος αυτός δεν συνίσταται για 18 ώρες ακατάπαυστης ακρόασης (εκτός αν είσαι εγώ). Το υλικό είναι τεράστιο και χαώδες, παρόλα αυτά οι πιο ταγμένοι –ή και όχι– fans, αν το εξερευνήσουν θα βρουν πολλά σημεία να σταθούν, θα νιώσουν λίγο σαν να βιώνουν τον απογαλακτισμό των Radiohead από το ορμητικό κύμα της britpop που τους πλαισίωνε τότε.

Η συλλογή ξεκινάει με το «Poison» (MD111), δηλαδή το αρχικό «Exit Music (For a Film)». Η μελωδία είναι πάνω κάτω η ίδια, χωρίς βέβαια την παρουσία του ορχηστρικού και θορυβώδους υπόβαθρου που έχουμε στην τελική μορφή. Το πιο συναρπαστικό κομμάτι του «Poison» είναι οι διαφορετικοί, τελείως δυστοπικοί στίχοι. Ο Yorke επαναλαμβάνει «There’s no tomorrow» υπονοώντας για ακόμα μια φορά πόσο συντριπτικό θα ήταν το να αποκτήσει αυτό το άλμπουμ τόση βαρύτητα ώστε να ορίσει για πάντα τον χαρακτήρα της μπάντας, σε μια εποχή μάλιστα που το indie grunge του The Bends μεταμορφωνόταν σε κάτι πιο καλλιτεχνικό και πειραματικό. 

Αυτή η μεταμόρφωση σηματοδοτείται με τη γένεση του «No Surprises». Μέσα από αυτές τις ηχογραφήσεις, έχουμε τη δυνατότητα να παρακολουθήσουμε τη μετατροπή μιας αισιόδοξης The Bends τύπου μπαλάντας σε ένα (οδυνηρό) νανούρισμα μέσα από τέσσερα διαφορετικά σκηνικά. Το «No Surprises» πρωτοακούγεται στο MD115 με την μορφή demo και στη συνέχεια εμπλουτίζεται με ήπιου τόνου φωνητικά έως το τέλος του αποσπάσματος, όπου ο Yorke τραγουδάει κανονικά καθώς η μουσική εξασθενεί. Το εν λόγω νανούρισμα συνεχίζει να εξελίσσεται μέχρι και στα MD125 και MD126, ωστόσο δεν υπάρχει το υλικό ολοκληρωμένο σε αυτή την κυκλοφορία.

Μέχρι το MD115, το «Paranoid Android» ήταν το πιο άρτια δομημένο κομμάτι των Radiohead, χωρίς να λείπει ή να περισσεύει το παραμικρό. Κι όμως, ο Thom Yorke το διαψεύδει αυτό με ένα γελάκι στην αρχή της συγκεκριμένης δισκέτας. Η προθέρμανση γίνεται με μία επίδειξη του Philip Selway στα τύμπανα και τον Yorke να δοκιμάζει το φωνητικό του φάσμα στο όπως πάντα ανατριχιαστικό «rain down on me». Ακολουθεί ένα μακροσκελές jamming που οδηγεί σε μια εκδοχή του «Paranoid Android» με ψαλμωδίες, αγωνιώδεις κραυγές και organs να ντύνουν το ρεφρέν και ένα απότομο κρεσέντο, που όμως πλησιάζει πιο πολύ στην τελικά διαμορφωμένη.

«Karma Police arrest this girl, she stares at me» είναι επίσης κάτι που φαντάζει τελείως παράδοξο, ωστόσο έχει τραγουδηθεί live όπως μαρτυρά το MD121 και for a minute there I lost myself. Πρόκειται για μια pop version, πράγμα τελείως ασυνήθιστο για Radiohead μεν, πολύ ενδιαφέρον δε. Παρόλο το ενδιαφέρον, βέβαια, το «Karma Police» ακούγεται ακριβώς όπως δημοσιεύθηκε στο MD125.

Αν κάποιος χρειάζεται έναν και μοναδικό λόγο για να μπει στην διαδικασία αυτής της ακρόασης, η απάντηση είναι μία. Στο MD119 οι Radiohead προβάρουν για 11 λεπτά το «Let Down», του δίνουν μια jazz υπόσταση και παράλληλα ο καθένας τους απελευθερώνεται πάνω στη μουσική, αποδεικνύοντας έτσι το πόσο αλληλοσυμπληρώνονται. Τα περισσότερα μέρη αυτής της πρόβας, προφανώς, δεν έμειναν ακέραια μέχρι την κυκλοφορία του OK Computer, αλλά όσο πιο πολύ «Let Down» έχουμε στη διάθεσή μας, τόσο το καλύτερο.

Αξιοσημείωτη είναι η επιμονή του Thom Yorke να μην συμπεριλάβει τουλάχιστον το «I Promise» και το «Lift» στην πρώτη έκδοση του OK Computer, δεδομένου ότι τα κομμάτια αυτά εμφανίζονται τουλάχιστον 20 φορές το καθένα σε αυτή τη συλλογή, παίζονταν live από τότε στην ίδια μορφή και μάλιστα είχαν μεγάλη απήχηση. Συγκεκριμένα, το «I Promise» το ακούμε να παίρνει σώμα μέσα σε αυτές τις δισκέτες (MD111, MD112) και να τελειοποιείται, ωστόσο και μετά την επίσημη δημοσίευσή του ο Thom Yorke δεν το θεωρούσε πολλά υποσχόμενο. Από την άλλη το «Lift», ενώ θα μπορούσε να αποτελέσει το καινούριο «Creep» (με την καλή έννοια), αντ’ αυτού κρατούσε τους Radiohead σε έναν διαρκή αγώνα για το πώς θα καταφέρει να μετονομαστεί από το τελευταίο κατεξοχήν britpop κομμάτι τους σε αυτό που θα έφερνε μια καινούρια artmusic εποχή για εκείνους. Στο OKNOTOK του 2017 συμπεριλήφθηκαν εν τέλει και τα δύο κομμάτια, το «I Promise» σχεδόν όπως ήταν και το «Lift» με μια διακριτικότητα παραπάνω από αυτή που το διακατέχει στο MD126.

Το MINIDISCS [HACKED] εκτός από μια καλή περιήγηση στα άδυτα του OK Computer, προσφέρει και μια πρώτη ματιά στα τότε επόμενα σχέδια των Radiohead. Μια πρώιμη εκδοχή του «Nude» (MD113), με το hammond να δεσπόζει σε όλη τη διάρκειά του και τους πρώτους εκείνους στίχους, είναι ικανή να με κάνει να ξεχάσω για λίγα λεπτά εκείνη του In Rainbows. Η εκτέλεση του «Motion Picture Soundtrack» (MD114) δεν προμηνύει σε καμία περίπτωση το Kid A, δεν παύει όμως να είναι μια γλυκιά αναβίωση του «Fake Plastic Trees» και να αποσαφηνίζει τις εναλλακτικές «ζωές» που μπορεί να ζήσει ένα τραγούδι. Αντιθέτως, το πολύπαθο «True Love Waits», που αποτέλεσε κάπως το πειραματόζωο της μπάντας μέχρι το A Moon Shaped Pool, προσεγγίζει περισσότερο την αναβαθμισμένη μουσική του Kid A με τη χρήση του prog. Στη συλλογή, επίσης, αναγνωρίζουμε κάποια ψήγματα του Amnesiac, αφού το «Life in a Glasshouse» ακούγεται σε πολλές εναλλακτικές εκδοχές, υπάρχει ακόμα και σαν στίχος στο προαναφερθέν «Poison», όπως επίσης και αρκετά κομμάτια που είτε ολοκλήρωσε ο Yorke στη solo καριέρα του είτε παρέμειναν ακυκλοφόρητα.

Σε όλη την προετοιμασία του OK Computer, λοιπόν, οι Radiohead αποτύπωναν τα ωμά τους αισθήματα σε μουσικές και στίχους που θέλησαν πολύ κόπο για να μετατραπούν σε βαθύτερα νοήματα. Μέσα σε αυτές τις 18 ώρες είναι στα μάτια μας τέλειοι μέσα στην ατέλειά τους. Στο MD128, το τελευταίο της συλλογής, ο Thom Yorke βρίσκεται κάπου στην εξοχή, ακούγεται μόνο αέρας και ο ίδιος να ψελλίζει τραγουδιστά σε ένα μαγνητόφωνο «If I get old, remind me of this» (το γνωστό αργότερα «A Reminder») και το κοινό σίγουρα θα έχει πολλούς λόγους να του υπενθυμίζει ότι η τέχνη των Radiohead στέκεται υψηλότερα από όλες.