Όταν είδα το trailer για το Irishman η καρδιά μου φτερούγισε. Αγαπώ ταινίες του Scorsese, αγαπώ τον Al Pacino, το De Niro, θεωρώ τον Joe Pesci άδικα υποτιμημένο σαν ηθοποιό σε πρωταγωνιστικούς ρόλους, και τέλος πάντων ήμουν έτοιμη να ζήσουμε δόξες παλιών καλών μαφιόζων. Δεν κατάλαβα ποτέ πώς συμφιλιώθηκε η αγάπη μου για το είδος των γκάνγκστερ με το φεμινισμό μου. Σε αυτές τις ταινίες οι γυναίκες εμφανίζονται ελάχιστα, ετοιμάζουν μακαρόνια με κόκκινη σάλτσα, συχνά τρώνε και ξύλο κι ας μη ξέρουν γιατί. Το ξέρει άλλωστε ο Οικογενειάρχης.
Ο Scorsese όμως δήλωσε σε συνέντευξή ότι με το Irishman ήθελε να μάθει παραπάνω πράγματα για τους χαρακτήρες, να πει κάτι βαθύτερο, γιατί αλλιώς θα επαναλάμβανε απλώς τον εαυτό του. Και πραγματικά κατά τη γνώμη μου το πέτυχε. Μία από τις καινοτομίες για το είδος που φέρνει το Irishman είναι οι γυναικείοι χαρακτήρες. Οι γυναίκες είναι οργανικό κομμάτι της ταινίας, και το σενάριο απλά δε θα δούλευε δίχως αυτές.
Για να δούμε τη σημασία των γυναικείων χαρακτήρων πρέπει να καταλάβουμε ότι η ταινία λειτουργεί μέσα από την οπτική γωνία του De Niro/ Frank Sheeran. Όσο λίγο τον απασχολούν η γυναίκα του, η επόμενη γυναίκα του και οι κόρες του, τόσο λίγο τις βλέπουμε. Παρά τις τεράστιες συναισθηματικές αλλαγές που έρχονται στη ζωή του, όπως το διαζύγιο με τη γυναίκα που του έκανε τέσσερις κόρες, και μια νέα σχέση, ο Frank δε ξοδεύει και πολλές σχετικές ατάκες. Έχει την αίσθηση ότι η οικογενειακή ισορροπία έρχεται από μόνη της, και δε χρειάζεται να σκοτίζει το μυαλό του με τέτοια πράματα όσο παλεύει να καθαρίσει από πάνω του τα αίματα του τελευταίου φουκαρά.
Και για μεγάλο μέρος της ταινίας ούτε οι γυναίκες τον ενοχλούν. Δεν απαιτούν την προσοχή του, τη φροντίδα του, ούτε καν την παρέα του.. Σε μια ατάκα που λέει πολλά ο Φρανκ εξηγεί ότι το διαζύγιο δεν του προκάλεσε κανένα πρόβλημα γιατί η πρώην και η επομένη “τα πάνε πολύ καλά μεταξύ τους” ή στο αρχικό κείμενο είναι “thick as thieves”. Ή που οι γυναίκες αυτές είναι κατά βάθος Σουηδέζες και πολύ πολιτισμένες για δράμα, ή που υπήρξε δράμα, και απλά δεν το είδαμε. Γιατί όλες αυτές οι καταστάσεις είναι έξω από τη σφαίρα ενδιαφέροντος του βασικού χαρακτήρα. Κάπως τα βρήκανε. Όλα καλά.
Επίσης βλέπουμε τη σύζυγο του Joe Pesci/Russell Bufalino να τον υποδέχεται μέσα στα ξημερώματα (που δίνει δικαιώματα) στολισμένο από πάνω μέχρι κάτω με τον εσωτερικό κόσμο κάποιου ανώνυμου θύματος. Γνωρίζοντας από τον πατέρα της αυτές τις καταστάσεις, συνεχίζει το φαύλο κύκλο και δε του εναντιώνεται, ούτε καν τον ρωτάει τι συνέβη. Απλά μαζεύει ρούχα και παπούτσια για να πεταχτούν. Αυτό δεν κάνει τη χαρακτήρα ρηχή, απλά περιγράφει το πώς η βία αναγεννάται από γενιά σε γενιά χωρίς ποτέ να επιτρέπεται στη γυναίκα να την εμποδίσει.
Οι ελάχιστες γραμμές σεναρίου δε λιγοστεύουν την αξία των γυναικών στο Irishman. Ο κανόνας στο γράψιμο λέει πάντα “show, don’t tell” κι ακριβώς αυτό κάνει η ταινία. Δεν υπάρχει καλύτερο παράδειγμα σιωπηλού και ταυτόχρονου απαραίτητου χαρακτήρα από την κόρη του Frank, Peggy. Και οι δυο ηθοποιοί που την υποδύονται, η νεαρή Lucy Gallina και η γνωστή μας από το True Blood, Anna Paquin, κάνουν τρομερή δουλειά με εφτά ατάκες. Μπορεί να τις έστειλαν το σενάριο σε post-it, αλλά η Peggy Sheeran είναι το ηθικό μέτρο της ταινίας.
Μας συστήνεται σαν μικρό κορίτσι που δε γνωρίζει και πολύ τον πατέρα του. Εξαιρετικά συχνό φαινόμενο σε σπίτια όπου ο μπαμπάς δουλεύει από το πρωί μέχρι το βράδυ. Δε χρειάζεται να είσαι εκτελεστής για να έχεις ατέλειωτες βάρδιες άλλωστε. Ανακαλύπτει όμως τη χειρότερη πλευρά του όταν χρειάζεται την προστασία του και ο Frank σπάει τον ένοχο στο ξύλο μπροστά στα έντρομα μάτια της. Δε θα ξεχάσει ποτέ αυτή τη στιγμή και θα περάσει την υπόλοιπη ταινία στη σκιά, τρέμοντας τον ίδιο της τον πατέρα.
Παίρνει την ευκαιρία όμως να αγαπήσει μια πιο υγιή πατρική φιγούρα στο πρόσωπο του Al Pacino/ Jimmy Hoffa. Οι μόνες στιγμές που τη βλέπουμε να χαμογελάει είναι μαζί του, με έναν τζέντλεμαν που με βάση όσα μπορεί να καταλάβει η ίδια, προστατεύει τις φτωχές οικογένειες κι εξασφαλίζει σύνταξη στα χαμηλά στρώματα. Ένας Ρομπέν των Δασών που της παίρνει παγωτό και χαίρεται την παρέα της.
Προς τιμήν του ο Frank δε δείχνει να απειλείται από την καλή τους σχέση. Ίσως βέβαια να μη νοιάζεται αρκετά ώστε να το κάνει. Βλέπουμε ότι χρησιμοποιεί την οικογένειά του μόνο όταν τη χρειάζεται, σαν παράσημο σε βραβεύσεις, γάμους και άλλα κοινωνικά γεγονότα και τις υπόλοιπες μέρες δεν ξοδεύει για αυτούς ούτε σκέψη παραπάνω. Όπως και με το διαζύγιο, υποθέτει ότι όποια προβλήματα προκύψουν θα λυθούν από μόνα τους, καθώς οι κόρες του περνάνε από την εφηβεία στην ενήλικη ζωή.
Έρχεται η ώρα όμως που ο Frank πρέπει να προδώσει τον Jimmy, σε μια από τις πιο σπαραξικάρδιες σκηνές σε ταινία του Scorsese. Μαζί με μια ζωή και μια βαθιά φιλία, καταστρέφει και την τελευταία ελπίδα να κρατήσει μια σχέση με την κόρη του. Εκεί τελειώνουν όλα ανάμεσα στη Peggy και τον ίδιο. Η χαρακτήρας που μένει στις σκιές έχει μάθει να παρατηρεί και ξέρει τι άνθρωπο κρύβει ο πατέρας της στο παραδοσιακό κοστούμι του. Πρώτη φορά στη ζωή του ο Frank έρχεται αντιμέτωπος με ένα “Γιατί” από την οικογένειά του και δεν έχει ιδέα πώς να το διαχειριστεί. Κι εκείνη τη στιγμή η Peggy παίρνει την απόφαση να τον διαγράψει για πάντα από τη ζωή της.
Έτσι λοιπόν η χαρακτήρας παίρνει δύναμη, όχι από τις ατάκες που λέει στην ταινία, αλλά από όλες εκείνες τις κουβέντες που δε λέει. Ο άνθρωπος που της ράγισε την καρδιά, δεν αξίζει ούτε ένα λόγο, ούτε καν στα τελευταία του, όταν οι συνέπειες μιας ζωής χωρίς τρυφερότητα τον πλησιάζουν αμείλικτες.
Ο Frank χρόνια μετά νιώθει πια αδύναμος και προσπαθεί να την προσεγγίσει μέσω της κόρης του Dolores, που την υποδύεται η Marin Ireland (Hell or High Water). Η Dolores δίνει μια τελευταία ευκαιρία στον Frank να ζητήσει συγγνώμη που ποτέ δε νοιάστηκε για τον αντίκτυπο των πράξεών του στους πιο κοντινούς του ανθρώπους. Ο Frank όμως μετά από δεκαετίες απάθειας, δεν καταφέρνει να βρει τα σωστά λόγια και καταλήγει με ένα τυπικό “εγώ για εσάς τα έκανα όλα, μεγαλώσατε σε μια προστατευμένη οικογένεια”. Δε φτάνει, οπότε στην κατάληξη της ταινίας όλες του οι κόρες λάμπουν δια της απουσίας τους.
Φυσικά και λυπάσαι το Frank. Είναι για λύπηση. Γνώμη μου όμως είναι ότι ήταν για λύπηση, πολύ πριν τα γεράματα και την αδυναμία. Ήταν για λύπηση όσο αγνοούσε τις γυναίκες στη ζωή του, αδιαφορώντας για την ουσιαστική επικοινωνία μαζί τους, όσο έχανε τις ευκαιρίες να γνωρίσει τα ίδια του τα παιδιά. Και εδώ ο Frank είναι το θλιβερό σύμβολο μιας ολόκληρης γενιάς αντρών που ενώ στη θεωρία “έκαναν τα πάντα για την οικογένεια και τη γυναίκα τους” δεν τους πρόσφεραν τίποτα.
Ευτυχώς, οι γυναίκες στο Irishman ξέρουν πώς να απομακρύνονται από μια τέτοια τοξική σχέση.
Social Links: