Από τότε που ο θεωρητικός της επικοινωνίας Marshal McLuhan έγραψε την περίφημη φράση «το μέσο είναι το μήνυμα» ισχυριζόμενος πως το περιεχόμενο μιας πληροφορίας επικαθορίζεται και επισκιάζεται από το επίπεδο ανάπτυξης του μέσου που τη μεταφέρει, η βιομηχανία του θεάματος τον επιβεβαιώνει με εντυπωσιακό τρόπο σε κάθε μετεξέλιξή της.
Το σύνηθες για τους σινεφίλ είναι να ακολουθούν σκηνοθέτες, ηθοποιούς ή παραγωγούς, αναζητώντας κάθε φορά την ικανοποίηση των αισθητικών κριτηρίων που είχαν τεθεί στις προηγούμενες δουλειές τους. Στις μέρες μας, και ειδικά αυτές της πανδημίας όπου οι κινηματογράφοι είναι αναγκαστικά κλειστοί, μια εταιρεία που από τοπικός διανομέας DVD κατάφερε να γίνει η μεγαλύτερη ηλεκτρονική πλατφόρμα παροχής κινηματογραφικού περιεχομένου στον κόσμο κυριαρχεί στις προτιμήσεις του φιλοθεάμονος κοινού, σε τέτοιο βαθμό που η φράση «βλέπω Netflix» είναι πια μια ρεαλιστική απάντηση σε κάθε ερώτηση περί ελεύθερου χρόνου και γενικών ενδιαφερόντων. Όπως το βίντεο στο σκρίνιο κάτω από τις πρώτες έγχρωμες τηλεοράσεις τη δεκαετία του ’80, η οθόνη υπολογιστή στο γραφείο τη δεκαετία του ’90 και οι σειρές κλασικών συγγραφέων σε εκδόσεις κυριακάτικων εφημερίδων στη βιβλιοθήκη, στριμωγμένες πίσω από τις οικογενειακές φωτογραφίες την προηγούμενη δεκαετία, το Netflix σήμερα, ανεξάρτητα από το περιεχόμενο και την ποιότητα των μηνυμάτων του, παράγει μαζική κουλτούρα για το μέσο νοικοκυριό και η καλή γνώση για το τι μας προσφέρει προς κατανάλωση αποτελεί τεκμήριο συμμετοχής σε αυτή. Η πληθώρα σειρών, ταινιών, ντοκιμαντέρ κ.λπ. που διατίθενται καλύπτει τα γούστα όλης της οικογένειας και γεννά σταρ και μόδες του σαββατοκύριακου, η άγνοια των οποίων μπορεί να θεωρηθεί έως και κοινωνική αναπηρία, αφού η προσοχή έχει μετατοπιστεί από το βάθος της κατανόησης στο πλάτος της πληροφορίας και η αποδοχή από τις κινηματογραφικές παρέες κρίνεται συνήθως από το πόσο ενημερωμένος είναι ο συνομιλητής για τις νέες χοτ σειρές.
Μια από αυτές είναι και Το γκαμπί της βασίλισσας, όπου η βάση πάνω στην οποία χτίζεται η ιστορία είναι το ταλέντο μιας μικρής κοπέλας στο σκάκι. Ανέκαθεν η χρήση του σκακιού στον κινηματογράφο ως του κατεξοχήν παιχνιδιού που συμβολίζει τη διανοητική ανωτερότητα ήταν, πέρα από συγκεκριμένες θεματικές ταινίες που απευθύνονταν στους μυημένους, κατά κανόνα εργαλειακή, δίνοντας ελάχιστη έως και καθόλου σημασία στην πιστή απεικόνιση του παιχνιδιού. Μια σκακιέρα σε περίοπτη θέση στο διαμέρισμα των πρωταγωνιστών ή μια φιλική παρτίδα μετά πούρου και ουισκιού σαφώς προσδίδει κύρος και σοβαρότητα για το συλλογικό φαντασιακό. Στο Γκαμπί όλες οι παρτίδες είναι πραγματικές και το σκακιστικό άγειν και φέρειν έχει προσεχτεί λεπτομερώς, μέχρι και μια επαγγελματίας σκακίστρια χρησιμοποιήθηκε ως stuntwoman για να φαίνονται όσο το δυνατόν πιο φυσικές οι κινήσεις του χεριού της πρωταγωνίστριας όταν το απαιτεί το πλάνο. Και πώς θα μπορούσε να είναι διαφορετικά άραγε από τη στιγμή που στρατολογήθηκε μέχρι και ο πολύς Gary Kasparov για να βοηθήσει στο σκακιστικό κομμάτι. Πέρα από την αληθοφάνεια του σκακιστικού μικρόκοσμου, με τις αναγκαίες για την αφηγηματική ροή παρεκκλίσεις, η σειρά όντως καταφέρνει να είναι ιστορικά ακριβής και να αναπαραστήσει την αισθητική της εποχής, κυρίως το ψυχροπολεμικό κλίμα και την επέμβαση των μυστικών υπηρεσιών στο αθλητικό σκέλος, όπως και τη διαφορά στον τρόπο αντιμετώπισης του σκακιού από Αμερικανούς και Σοβιετικούς.
Απέχοντας πολύ όμως από το να είναι μια πιο λάιτ εκδοχή του Rocky IV, υμνώντας την υπεροχή του ατομικού ταλέντου που μόνο η κοινωνική ελευθερία του δυτικού κόσμου μπορεί να αναδείξει από τον διαλεχτό εκπρόσωπο ενός συστήματος που προωθεί την ελεγχόμενη συλλογική καλλιέργεια, το Γκαμπί δεν είναι ούτε και μια ξαφνική στροφή του Netflix στην υψηλή κουλτούρα και τα προοδευτικά μηνύματα παρά το εκλεπτυσμένο θέμα του, τις φεμινιστικές του ανησυχίες και τη μάλλον συμπαθητική παρουσίαση των συνηθειών της πρωταγωνίστριας σε σχέση με το σεξ και τις ουσίες. Άλλωστε όλα αυτά τα ζητήματα έχουν και τους αντίστοιχους καταναλωτές τους. Αναρωτιέται κανείς εάν η προσοχή που έδειξαν οι συντελεστές στις λεπτομέρειες, αντί για ειλικρινή σεβασμό, αποτελεί σκληρή εργαλειοποίηση, καθώς το σκάκι μπορεί μεν να βρίσκεται στο επίκεντρο της σειράς, όμως φαίνεται πως εξίσου εύκολα στη θέση του θα μπορούσε να ήταν το πόκερ ή οποιοδήποτε άλλο ατομικό επιτραπέζιο παιχνίδι· άλλωστε, σημασία υποτίθεται πως έχει η ανάπτυξη των χαρακτήρων και η εξέλιξη των συναισθηματικών εντάσεων μεταξύ τους. Πόσο διαφέρει ποιοτικά η προσοχή των συντελεστών στην αναπαράσταση του αθλήματος από αυτή που έδωσαν στα ρούχα ή στην εύρεση τοποθεσιών που να ανταποκρίνονται στο σενάριο; Μήπως είναι απλά η ένδειξη πως το Netflix έχει μεγαλώσει τόσο που, από την εποχή που οι παραγωγές του είχαν το ελάχιστον δυνατό κόστος, πλέον μπορεί να πληρώσει την τεχνογνωσία για να αναπαραστήσει με λεπτομέρεια ένα σύμπαν τόσο εξεζητημένο, που όμως μόνο συγκυριακά βρέθηκε κάτω από το μικροσκόπιο του κινηματογραφικού φακού;
Η σειρά εμφανίστηκε σε ένα κομβικό σημείο για το σκάκι, καθώς, όπως σε κάθε άθλημα που θέλει να μεγιστοποιήσει τα οφέλη του από την εκμετάλλευσή του ως τηλεοπτικού προϊόντος, οι διεθνείς ομοσπονδίες και οι μεγάλοι παίχτες θυσιάζουν κάποια από τα παραδοσιακά χαρακτηριστικά του στον βωμό της ελκυστικότητας: μεταφορά των διοργανώσεων online με ταυτόχρονη κάλυψη από σχολιαστές, συμφωνίες με εταιρείες στοιχήματος και παιχνίδια με δημοφιλείς YouTubers, άσχετους με το άθλημα, αλλά χρήσιμους για την εκστρατεία εξάπλωσής του. Όμως ό,τι δεν κατάφεραν αυτές οι οργανωμένες προσπάθειες των σκακιστικών παραγόντων εδώ και καιρό, προκλήθηκε από το Γκαμπί σε λίγες εβδομάδες, καθώς υπήρξε τεράστια άνοδος στις νέες εγγραφές, κυρίως γυναικών, σε σκακιστικούς ομίλους και ιστοσελίδες, ενώ η αγορά σκακιστικών ειδών αυξήθηκε κατακόρυφα. Όσο για την ίδια τη σειρά, θα συνεχίσει να βρίσκεται διαθέσιμη κάπου ανάμεσα στο Love Island και το The Crown μέχρι να ατονήσει το ενδιαφέρον του κοινού για να αντικατασταθεί γρήγορα από την επόμενη που θα φέρει τα αναμενόμενα νούμερα και θα διαιωνίσει την πρωτοκαθεδρία του Netflix απέναντι στους ανταγωνιστές του. Τα σκακιστικά memes που ξαφνικά βρίσκονται σε αφθονία θα σπανίσουν και τη θέση της συμπάθειας που μπορεί να γεννήθηκε για όσους καταπιάνονται με αυτό το χρονοβόρο και καθόλου φαντασμαγορικό άθλημα θα πάρει η συνήθης αμήχανη συγκαταβατικότητα. Όποια και να ήταν η πρόθεση και τα αποτελέσματά του, το Γκαμπί της Βασίλισσας έγινε φορσέ αποδεκτό από τον σκακιστικό κόσμο που απολαμβάνει μια σπάνια, αλλά και εφήμερη κανονικοποίηση στα μάτια ενός ευρύτερου κοινού από αυτό που έχει συνηθίσει, ώσπου αναπόφευκτα να κλείσει ο κύκλος της προσφοράς και της ζήτησης.
Social Links: