Περιδιαβαίνοντας κανείς στις σελίδες αυτού του περιοδικού, διαπιστώνει ότι έχει απασχολήσει αρκετά η έννοια της ποπ κουλτούρας. Δίχως φυσικά να επιχειρεί κανείς να διατυπώσει έναν ορισμό (δεν είναι αυτός άλλωστε…

Nikos Kiriakopoulos “The drawing project: works on paper” Από τα καμπαρέ του Παρισιού στα μπαρ της Αμερικής. Μια έκθεση ζωγραφικής με ποπ διάθεση έρχεται στην Αθήνα.

Περιδιαβαίνοντας κανείς στις σελίδες αυτού του περιοδικού, διαπιστώνει ότι έχει απασχολήσει αρκετά η έννοια της ποπ κουλτούρας. Δίχως φυσικά να επιχειρεί κανείς να διατυπώσει έναν ορισμό (δεν είναι αυτός άλλωστε ο στόχος), μας ενδιαφέρει κυρίως να δούμε πως χαρτογραφείται αυτό το πεδίο, τι περικλείει, ποιοι είναι οι ετερόκλητοι λόγοι που αρθρώνονται και εγγράφονται μέσα του, δίνοντας ολοένα και περισσότερο, μορφή, νόημα και περιεχόμενο, σε αυτό το πολυδιάστατο φαινόμενο.

Μέσα σε αυτούς τους λόγους, μπορούμε να ανιχνεύσουμε για παράδειγμα έννοιες ή/και νοοτροπίες, ενδεχομένως μέχρι σήμερα εκφρασμένες ή διατυπωμένες μέσα από παραδοσιακά δίκτυα, τα οποία δημιούργησαν εν τέλει στεγανά, διακρίνοντας πχ σε ανώτερη και κατώτερη τέχνη, ανώτερη και κατώτερη έκφραση της έννοιας του πολιτικού κτλ. Η ταχύτατη διάδοση της πληροφορίας σήμερα, το διαδίκτυο και τα Μέσα Κοινωνικής Δικτύωσης, έχουν ψαλιδίσει αυτούς τους δυισμούς, οι οποίοι οδηγούσαν σε μια ελιτίστικη πρόσληψη των ίδιων των εννοιών (δεν αφορά όλους η πολιτική ή η τέχνη αλλά λίγους και μορφωμένους), με τις αξιολογικές κρίσεις να διατυπώνονται όπως είναι φυσικό (και) μέσα από τα ήδη διαμορφωμένα πολιτισμικά/νοητικά σχήματα.

Πώς θα μπορούσαμε να μιλήσουμε για την τέχνη και συγκεκριμένα για τη ζωγραφική, εντάσσοντάς τη στο παραπάνω πλαίσιο; Τι σημαίνει η ζωγραφική στην Ελλάδα σήμερα; Ποια είναι η θέση της στη συλλογική μας συνείδηση ως τέχνης και ποιους αφορά; Μπορεί η τέχνη της ζωγραφικής με την “κλασική” -ενδεχομένως στερεοτυπική πρόσληψή της (ακριβοί πίνακες, εκθέσεις, γκαλερί, αστική κοινωνία, κτλ) να βρει νέους τρόπους έκφρασης και έκθεσης; Εκτός των «εναλλακτικών» μορφών (πχ street-art), οι οποίες εκ των πραγμάτων έχουν διαφορετικό «φυσικό» χώρο έκφρασης, θα μπορούσε η ζωγραφική ως λόγος να αρθρωθεί πέραν των παραδοσιακών της δικτύων, αποτελώντας κομμάτι μιας ευρύτερης ποπ κουλτούρας, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για την ίδια την τέχνη ως καλλιτεχνικό, εμπορικό, πολιτισμικό προϊόν;

Με αφορμή τα παραπάνω ερωτήματα, συναντήσαμε τον ζωγράφο Νίκο Κυριακόπουλο ο οποίος μας προσκάλεσε μέσα από τη νέα του δουλειά να αναστοχαστούμε πάνω στην τέχνη της ζωγραφικής, επαναφέροντας στη συζήτηση ίσως το πιο σπουδαίο και ταυτόχρονα πηγαίο χαρακτηριστικό της (το οποίο τείνουμε συχνά να λησμονούμε), το γεγονός ότι αποτελεί στοιχείο της ανθρώπινης έκφρασης. Μία γλώσσα, ένας κώδικας επικοινωνίας μέσα από τον οποίο ο/η καλλιτέχνης μάς μιλά.

Απόφοιτος της σχολής καλών τεχνών στο εργαστήριο τού Δ. Μυταρά, έχοντας περάσει από τις ΗΠΑ όπου δίδασκε ζωγραφική, ο Νίκος Κυριακόπουλος ζει και εργάζεται στην Αθήνα, περνώντας τον περισσότερο χρόνο στο εργαστήρι του. Αρκετά συχνά θα τον πετύχει κανείς να ζωγραφίζει και στα γύρω μαγαζιά της Αθήνας.

Στην προσπάθειά μας να ξεφύγουμε από τις πληροφορίες που θα μπορούσε κανείς να βρει σε διάφορες συνεντεύξεις του σε έντυπα ή στο διαδίκτυο, εστιάσαμε κυρίως στη επικείμενη έκθεσή του, η οποία τιτλοφορείται “ The drawing project – works on paper” και η οποία όπως μας λέει, αποτελεί αφενός μία τομή στο έργο του, αφετέρου μια πρόσκληση/απεύθυνση σε ένα διαφορετικό κοινό από αυτό που «κατά κανόνα» προσελκύει η ζωγραφική.

Αφετηρία αυτού του νέου εγχειρήματος, προϊόν του πανδημικού εγκλεισμού, ήταν η ανάγκη επαναπροσδιορισμού τόσο της σχέσης του με τη ζωγραφική -εν είδει εσωτερικού διαλόγου- όσο και της ζωγραφικής με τον κόσμο. Αυτό απαιτούσε αφενός νέες θεματικές προσεγγίσεις από τις έως τώρα παραδεδομένες εικόνες τοπίων και γυμνών που συναντάμε σε παλαιότερες εκθέσεις του, αφετέρου νέους διαύλους επικοινωνίας-έκφρασης μέσα από τους οποίους θα μπορούσε η ζωγραφική να συνομιλήσει με την ποπ κουλτούρα.

Επισκεπτόμενος το εργαστήρι του που φιλοξενεί μερικά από τα έργα που θα δούμε στην έκθεση, μου εξηγεί ότι ο ίδιος αισθάνεται ανίκανος για μία ακόμη φορά να σκεφτεί μία θεματική ενότητα και να «βουτήξει» σε αυτή. Επομένως, πρόκειται για μία πολυθεματική έκθεση στην οποία μπορεί κανείς να διακρίνει διάσπαρτες ενότητες. Η μεγαλύτερη, απεικονίζει σκηνές από τον βίο του Γάλλου ζωγράφου Τουλούζ Λωτρέκ (καμπαρέ, γυμνά), στις οποίες διακρίνει κανείς μια περιπαιχτική διάθεση. Τα αμερικάνικα μπαρ αποτελούν μια δεύτερη ενότητα, άρρηκτα συνδεδεμένη με τη ζωή του καλλιτέχνη, ο οποίος χρησιμοποιεί τα μαγαζιά τόσο ως χώρους από τους οποίους αντλεί την εικονογραφία του, όσο και ως φυσικούς χώρους εργασίας.

Οι βραδινές εικόνες των μπαρ, θα μπορούσαν να ιδωθούν ως ένα ζωγραφικό χρονογράφημα της νυχτερινής ζωής, μέσα από ανθρώπινες στιγμές. Τα κολλάζ αποτελούν άλλη μία θεματική στην οποία το cult συναντά την καλλιτεχνική αριστοκρατία του δεύτερου μισού του 19ου αιώνα, στο εσωτερικό των καμπαρέ της εποχής. Αρκετά γυμνά (όλα σχεδόν τα έργα δουλεμένα με «ελαφριά» υλικά: ξυλομπογιά, μολύβι, λαδοπαστέλ, μελάνι, μαρκαδοράκια), ολοκληρώνουν αυτή την έκθεση των 170 και πλέον έργων, υπενθυμίζοντας τη διαφορετική προσέγγιση τόσο ως προς το ζωγραφικό/καλλιτεχνικό ύφος των γκαλερί, όσο και ως προς το κοινό στο οποίο απευθύνεται. Έργα διαφορετικών διαστάσεων, σκίτσα, κολλάζ, ασπρόμαυρα ή με έντονους χρωματισμούς, βγαλμένα από διαφορετικές ιστορικές περιόδους, δημιουργούν ένα εκκρεμές το οποίο πηγαινοέρχεται ανάμεσα σε μια φαντασιακή πρόσληψη του παρελθόντος (Παρίσι, καμπαρέ, γυμνό, Moulin Rouge) και μιας (ανθρώπινης ανάγκης;) σύνδεσής του με το νυχτερινό παρόν των μπαρ και της διασκέδασης.

Τέλος, δύο νέα στοιχεία, τα οποία ο ίδιος δεν είχε ποτέ επιχειρήσει να εντάξει σε δουλειά του στο παρελθόν, έρχονται να ενσωματωθούν στην έκθεση. Για πρώτη φορά θα υπάρχουν πολλαπλά (Gicleé prints), αριθμημένα και υπογεγραμμένα, τα οποία ο επισκέπτης θα μπορεί να αποκτήσει σε πιο προσιτές τιμές. Επιπλέον, η έκθεση θα συνοδεύεται από την συλλεκτική έκδοση ενός βιβλίου (όχι με τη μορφή κλασικού πολυτελούς καταλόγου έργων τέχνης), αλλά σε διαφορετικό ύφος και αισθητική, στο οποίο θα περιλαμβάνονται τόσο τα έργα όσο και ορισμένα κείμενα.

Εξαιτίας της πανδημίας η οποία έχει ταλανίσει όσο κανέναν ενδεχομένως τον καλλιτεχνικό χώρο, ο οποίος βασίζεται στη δια ζώσης επικοινωνία του έργου του, η έκθεση θα διαρκέσει μόνο τρεις ημέρες (Παρασκευή, Σάββατο, Κυριακή, 11-13 Ιουνίου) και στεγάζεται στον πολιτιστικό χώρο Macart. Σπεύσατε.

 

instagram.com/nik_kiriakopoulos

macart_graphic_arts

Πολιτιστικός Χώρος Macart:

Λένορμαν 244, 10443 Αθήνα, τ. 210 5132322

Ώρες έκθεσης:

Παρασκευή 11 Ιουνίου, 17:00 – 22:00.
Σάββατο 12 Ιουνίου: 10:00-22:00.
Κυριακή 13 Ιουνίου: 10:00-22:00

www.macart.gr

 

Ο χώρος λειτουργεί με όλα τα απαραίτητα μέτρα προφύλαξης κατά του covid-19.