Τα facta Γι’ άλλη μια φορά τα κατάφεραν. Αυτή τη φορά όμως νομίζω ότι τα κατάφεραν κι ακόμα καλύτερα ή τουλάχιστον σου δίνεται η εντύπωση ότι έβαλαν το κερασάκι στην…

Αυτούς γιατί δεν τους δέρνουν τα ΜΑΤ; Η διαστροφή της εξουσίας και η διεστραμμένη αλήθεια ως πραγματικότητα.

Τα facta

Γι’ άλλη μια φορά τα κατάφεραν. Αυτή τη φορά όμως νομίζω ότι τα κατάφεραν κι ακόμα καλύτερα ή τουλάχιστον σου δίνεται η εντύπωση ότι έβαλαν το κερασάκι στην τούρτα μετά από μια σειρά πανέμορφων ενεργειών υπέρ του κοινωνικού συνόλου πάντοτε. Είχαμε πρώτα την κατάρρευση ενός γελοίου προγράμματος Βάουτσερ που αποσύρθηκε, μετά την υπέροχη βόλτα της Άλκηστις πάνω στο φορτηγό που δεν αποσύρθηκε αλλά κατέληξε στου Μαξίμου και φυσικά τελευταία το καθημερινό και αναίτιο ξυλοφόρτωμα πολιτών κάθε λογής σε πλατείες από τους ίδιους τους προστάτες τους, πακέτο με ένα σχετικό σεξιστικό βίντεο της Πολιτικής Προστασίας που -μαντέψτε τι- κι αυτό αποσύρθηκε.

Και όσο κι αν τα πρώτα γεγονότα αντιμετωπίστηκαν ταυτόχρονα με γέλιο και προβληματισμό, κυρίως από τον ιντερνετικό κόσμο, στα καθημερινά φαινόμενα αστυνομικής αυθαιρεσίας με πρόφαση την πανδημία κανείς και καμιά μας δεν γέλασε. Πλέον το πράγμα άρχισε και πάλι να σοβαρεύει επικίνδυνα, καθώς οι πολλαπλές μαρτυρίες των ίδιων των ατόμων που έφαγαν ξύλο και συνελήφθησαν χωρίς καν να προκαλέσουν και των περαστικών ή των περιοίκων, κυκλοφορούν παντού σε βίντεο και άρθρα, αλλά και τις μαθαίνουμε από δικούς μας ανθρώπους και δεν σταματούν να μας σοκάρουν και να μας θυμίζουν ξανά εποχές που ελπίζαμε πως ίσως και να είχαμε αφήσει πίσω μας.

Όπως είπαμε όμως, το δράμα έπρεπε να κορυφωθεί. Οι εποχές της κυβέρνησης του Αντώνη Σαμαρά τελικά ξεπεράστηκαν, αλλά όχι με τον τρόπο που περιμέναμε. Γιατί μπορεί όπως και τότε το σοκ μας να ακολούθησε η οργή μας, όμως η πλευρά των κυβερνώντων σήμερα δεν μένει στο να ασκεί την βία της κατά στοχευμένης μερίδας ατόμων, αλλά προχωρά ένα βήμα παρακάτω και προσπαθεί επιπλέον να μας τρίψει και στην μούρη την εξουσία της, την προνομιούχο θέση της, την δική της μοναδική ασυλία.

Με το που αντίκρισα τις εικόνες από τα χθεσινά εγκαίνια της νέας πλατείας της Ομόνοιας, πέρα από την διατύπωση του ερωτήματος που γεννήθηκε αυθόρμητα στις σκέψεις όλων μας και βρίσκεται στον τίτλο του άρθρου, σχημάτισα την εικόνα ενός ξαπλωμένου στον δρόμο ανθρώπου, κάτω απ’ την μπότα ενός ΜΑΤατζή ο οποίος από χθες κατουράει και τον ίδιο ακίνητο άνθρωπο μες στη μάπα του. Κάπως έτσι φαντάστηκα το πώς αντιμετωπιζόμαστε πλέον από Πολιτειακή και Δημοτική εξουσία. Καμιά διαφορά δεν φαίνεται να υπάρχει άλλωστε μεταξύ τους, μιας και κυριολεκτικά μιλάμε για το ίδιο σόι και την ίδια κρατική τσιφλικοποίηση που επιχειρεί. Σήμερα ξανασκέφτομαι πιο ψύχραιμα την εικόνα που μόλις περιέγραψα και δεν την βρίσκω καθόλου υπερβολική.

Το να δέρνεις τον κόσμο επειδή έκανε το ίδιο που κάνεις εσύ την ίδια ακριβώς στιγμή, μπορεί να ερμηνευτεί μόνο με έναν τρόπο. Σαν κοροϊδία, σαν ακραία χυδαιότητα μιας αλαζονικής εξουσίας.

 

 

Πριν λίγη ώρα πληροφορούμαι την είδηση πως ο Κώστας Μπακογιάννης απολογείται από τον προσωπικό του λογαριασμό στο Fb (χωρίς να ζητά ποτέ συγγνώμη όπως επισήμανε φίλη μου) για τα χθεσινά γεγονότα. Ισχυρίζεται πως δεν είχαν υπολογίσει ότι θα υπήρχε μια τέτοια κοσμοσυρροή, πως οι αστυνομικοί έδιναν οδηγίες αλλά αυτές δεν αρκούσαν. Με λίγα λόγια μας λέει ότι δεν υπήρξε κανένας προγραμματισμός από τον ίδιο και το επιτελείο του και μας ζητά να το πιστέψουμε. Η τυφλή εξουσία φτάνει να προβάλλει μέχρι και την ηλιθιότητα ως έρεισμα για την διατήρησή της και ο δημόσιος εξευτελισμός της δεν μπορεί παρά να γίνεται μέσα από τον ίδιο τον εξευτελισμό και το συνεχιζόμενο δούλεμα του λαϊκού σώματος. Πρόκειται δε για μια ακόμα απόσυρση απ’ την πλευρά της εξουσίας, η οποία προστίθεται μαζί με αυτές για τις οποίες στην αρχή κάναμε λόγο, αλλά δυστυχώς απ’ ό,τι φαίνεται σ’ αυτήν την περίπτωση η τρίτη δεν θα είναι και φαρμακερή.

Το πρόβλημα προφανώς και εδώ, όπως συμβαίνει πάντα στην πολιτική, δεν είναι ούτε ο Μπακογιάννης ως Δήμαρχος, ούτε ο Μητσοτάκης ως Πρωθυπουργός. Το πρόβλημα και εδώ είναι οι προϋποθέσεις που δίνουν την δυνατότητα σε μια τέτοια μεμονωμένη και αποκομμένη από τις συλλογικές ανάγκες ελίτ, που μάλιστα ενδύεται τον φιλελευθερισμό κατά τραγική ειρωνεία, να κλιμακώνει την αυθαιρεσία της. Αυτές οι προϋποθέσεις βέβαια, πέρα απ’ ότι είναι πολλές, είναι περίπλοκες και έχουν ιστορικό βάθος, οπότε είναι αδύνατο ακόμη και να αναφερθούν εδώ. Ωστόσο η πιο πρόσφατη από αυτές είναι προφανής και καθοριστική για ό,τι έχει επακολουθήσει.

Μέχρι τώρα η κρατική αντιμετώπιση της πανδημίας του κορονοϊού προβάλλεται ως (και άρα με έναν τρόπο είναι) επιτελική και αποτελεσματική. Όλως παραδόξως όμως, από την χαλάρωση των μέτρων και μετά, το πράγμα γίνεται όλο και πιο τρομακτικό. Όταν η κανονικότητα μοιάζει περισσότερο με την δυστοπία που υποτίθεται πως αφήνεις σταδιακά πίσω, όταν τα σκατώνεις στα εύκολα με λίγα λόγια, ε τότε στα δύσκολα δεν γίνεται τελικά να τα πήγες και τόσο καλά όσο νόμιζες. Η δημόσια εικόνα της Κυβέρνησης-Σωτήρα που αντιμετώπισε και αντιμετωπίζει με τον ορθό τρόπο μια κρίση (ως κατάσταση ανάγκης ή όχι δεν μας απασχολεί εδώ), ήταν μια τέλεια αφορμή  για την εδραίωση της εξουσίας της σε τέτοιο βαθμό ώστε όχι μόνο να έχει το δικαίωμα να ισοπεδώνει – στα μέτρα και τα σταθμά της κάθε φορά – κάθε έκφανση ιδιωτικής και δημόσιας ζωής, αλλά και να την χλευάζει.

Μιλήσαμε όμως για μια εικόνα και η εικόνα ως άλλη μια κατασκευή, εν προκειμένω είναι καταφανώς πλασματική. Οι λόγοι που συνηγορούν σ’ αυτό έχουν αναλυθεί διεξοδικά αλλού. Θεωρώ δεδομένο πως το σύστημα δούλεψε με επιτυχία χάρη στην προσπάθεια και την αυτοθυσία ιατρικού και νοσηλευτικού προσωπικού που απέδειξε ότι ο δημόσιος τομέας, ακόμα και υποστελεχωμένος, μάλλον τελικά δεν είναι για τα μπάζα. Μόνο θετικά επίσης αποτιμάται η στάση που υπέδειξε ο λαϊκός κόσμος που ήταν στιγματισμένος ως ανεύθυνος σε μεγαλύτερο βαθμό από εκείνον που του αναλογούσε τα χρόνια μετά την οικονομική κρίση (γιατί μέχρι πριν λίγο καιρό δεν χρειαζόταν και το «οικονομική» μπροστά). Παρόλα αυτά, μπορούμε να παρατηρήσουμε το πνεύμα αυτής της πλασματικότητας στην μιντιακή κάλυψη των χθεσινών γεγονότων.

 

Η εικόνα

«Ευτυχώς οι εικόνες του συνωστισμένου κόσμου στα εγκαίνια της νέας πλατείας Ομονοίας θα κυκλοφορήσουν, θα διαδοθούν, ο βασιλιάς είναι γυμνός, τώρα με την ελευθερία του ιντερ… oh wait!» Η εντεινόμενα σουρεαλιστική πραγματικότητα που ζούμε δεν έχει ακόμα ολοκληρωθεί. Οι εικόνες λοιπόν τις οποίες επέλεξε να χρησιμοποιήσει το αγαπημένο μας μεγαλύτερο μέσο του ελληνικού ίντερνετ ώστε να μεταδώσει το συμβάν, είναι αυτές. ΝΕΤΙ;  Η μετα-αλήθεια γι’ άλλη μια φορά είναι εδώ και δεν χρειάζεται να δικαιολογηθεί πουθενά γιατί απλά κανείς δεν ζητά εξηγήσεις.

Η σκέψη που μου δημιουργήθηκε αυθόρμητα αυτή τη φορά, βλέποντας και αυτές τις εικόνες, είναι πως πρόκειται για το αντίστοιχο των «κατάμεστων προεκλογικών συγκεντρώσεων» αλλά από την ανάποδη. Η λειτουργία της κάμερας ανακατασκευάζει την πραγματικότητα και εδώ, μόνο που τώρα πρέπει να δείχνει ότι το πλήθος είναι λιγότερο κι όχι περισσότερο. «Δηλαδή θες να μας πεις ότι ένα τόσο μεγάλο μέσο εξυπηρετεί με τέτοιο απερίφραστο τρόπο τα κυβερνητικά συμφέροντα;» Εμ όχι, απλά έτυχε ΟΛΕΣ οι φωτογραφίες του εν λόγω δημοσιεύματος να είναι τραβηγμένες από μια απείρως και καταλλήλως μακρινή απόσταση. Τα ανάλογα παραδείγματα εξάλλου δεν θα μπορούσαν να είναι πιο πρόσφατα. Απ’ την άλλη, η «δημοσιογραφική» προπαγάναδα κάνει ήδη τη γνώριμη πια ντροπιαστική της δουλειά στα ιδιωτικά κανάλια.

To καλύτερο απ’ όλα βέβαια, είναι πως αν προσπαθήσω να φανταστώ πώς θα ακουγόταν ένα πλήθος το οποίο θα διαμαρτυρόταν για το όλο γεγονός, θα υπερίσχυαν οι φωνές εκείνων που θα το συνέδεαν με όλες τις ψεκασμένες θεωρίες συνωμοσίας που κυκλοφορούν (τελευταία για το ψέμα της ύπαρξης του κορονοϊού ή την κατασκευή του σε αμερικανικές/κινέζικες βάσεις), ως άλλη μια απόδειξη της ισοπεδωτικής λογικής της παγκόσμιας συνωμοσίας και του ότι τα πάντα γύρω μας είναι fake έτσι κι αλλιώς. Της ίδιας λογικής δηλαδή που καταφέρνει μόνο να φετιχοποιεί την κατάντια και να οδηγεί στον παροξυσμό

Γι’ αυτόν ακριβώς τον λόγο, αν κάτι υπάρχει και έχει νοήμα σε σχέση με ό,τι προειπώθηκε, είναι να αντιληφθούμε ακριβώς αυτόν τον διμέτωπο αγώνα που προϋποθέτει κάθε προσπάθεια αφύπνισης στο παρόν. Γιατί τα fake news διαδίδονται όσο εύκολα κατασκευάζονται, αναπαράγουν την αθλιότητα όσο εύκολα η αθλιότητα τα αναπαράγει, βολεύουν την αδράνεια και θρέφουν το μίσος, όσο εύκολα εξυπηρετούν μεγάλα συμφέροντα. Όσο και αν φαίνεται ότι μάταια συνεχώς προσπαθούμε να τα αποκαλύψουμε, τόσο η ακραία διαστρέβλωση της πραγματικότητας πλησιάζοντας στο όριό της από μόνη της εξαλείφεται. Το τι θα προβάλλουμε εμείς στην θέση της είναι μια άλλη ιστορία, που το σίγουρο είναι ότι απαιτεί μια οργάνωση που το μούδιασμα αυτής της περιόδου, την καθιστά εξαιρετικά δύσκολη. Αν τέλος πράγματι δεν υπάρχει πραγματικότητα, παρά μόνο αυτή που κατασκευάζεται, ε τότε ας την κατασκευάσουμε με τους πιο ανθρώπινους και έντιμους όρους κι ας χρειαστεί να συνεχίσουμε να μαχόμαστε για όσα θα έπρεπε να είναι αυτονόητα.