Πώς μπορώ να βρω τη δύναμη να πετάξω μια πέτρα στη τζαμαρία μιας τράπεζας όταν δεν μπορώ να βρω καν τη δύναμη να σηκωθώ από το κρεβάτι μου το…

Τα χρεόγραφα της κατάθλιψης και η ιδιωτικοποίηση της ευτυχίας

 

Πώς μπορώ να βρω τη δύναμη να πετάξω μια πέτρα στη τζαμαρία μιας τράπεζας

όταν δεν μπορώ να βρω καν τη δύναμη να σηκωθώ από το κρεβάτι μου το πρωί;

Johanna Hedva, ”Sick Woman Theory”

 

 

Ένα από τα συχνά όνειρα που έχω είναι ότι προσπαθώ να τρέξω, αλλά τα πόδια μου παραμένουν κολλημένα στο έδαφος. Οπότε μένω εκεί, σαν να βρίσκομαι σε ένα καθεστώς ανεσταλμένης κίνησης, ανίκανος να προχωρήσω.

Μεγάλωσα σε ένα αρχετυπικά μεσοαστικό περιβάλλον, όπως νομίζω και η πλειοψηφία των Ελλήνων στα 20 κάτι τους, με άλλα λόγια, η γενιά μου.

Μεσοαστικό περιβάλλον μέχρι το 2009 σήμαινε εξοχικό, ξένες γλώσσες, εξωσχολικές  δραστηριότητες ενδεχομένως 2 αυτοκίνητα και οικογενειακές διακοπές. Όλα τα παραπάνω ήταν φυσικά μια ευγενική δωρεά του ελληνικού οικονομικού θαύματος, το οποίο κατά πλειοψηφία τροφοδοτούταν από ατελείωτα καταναλωτικά δάνεια, διακοποδάνεια, εορτοδάνεια, επιδόματα, στεγαστικά δάνεια, επισκευαστικά δάνεια (πώς αλλιώς θα κάνω τα 80 τ.μ. 100 τ.μ άλλωστε).

Όταν μεγαλώνεις σιγά σιγά σε ένα τέτοιο περιβάλλον που βασίζεται σε μια λογική προνομίου, είναι επόμενο να ενσωματώσεις και εσύ σε μεγάλο βαθμό αυτή τη λογική.

Τι γίνεται όμως όταν αυτή η λογική, μέσα στην οποία έχεις μεγαλώσει, αποδεικνύεται μούφα;

Τι γίνεται όταν βγαίνεις από την ιδιωτική σου σφαίρα και προσγειώνεται βίαια σε ένα έδαφος που μοιάζει με κινούμενη άμμο… Όσο περισσότερο παλεύεις να κινηθείς τόσο περισσότερο φαίνεται να σε καταπίνει. Οπότε και συ, παραδομένος και κουρασμένος από την προσπάθεια αφήνεσαι όσο το σώμα σου καταπίνεται από το έδαφος.

 

 

Υπάρχουν κάποιες πτυχές της οικονομικής κρίσης που δεν συζητιούνται αρκετά συχνά, ούτε στον δημόσιο λόγο, αλλά ούτε και στους πολιτικούς χώρους που ως “καθήκον” έχουν να βλέπουν πίσω από τις κυρίαρχες γραμμές και αφηγήσεις.

Η συζήτηση για την ιδιωτικοποίηση του Χρέους, ενός Χρέους πρωτίστως οικονομικού, αλλά σε δεύτερη και τρίτη ανάγνωση, προσωπικού και βιωματικού είναι κάτι που δεν βλέπουμε συχνά.

Και γιατί θα έπρεπε άλλωστε; Ούτως άλλως οι συντελεστές της οικονομίας, οι καμπύλες, το PSI, η μακροοικονομία και άλλα διάφορα, είναι κάτι που αφορά τους ειδικούς, την φυσική ελίτ και ποτέ εμάς. Αυτό που αφορά εμάς πρωτίστως η αποπληρωμή του Χρέους. Ο τρόπος είναι πάλι κάτι που δεν έχει αποφασιστεί από εμάς.

Πόσο διαφορετική θα ήταν η συζήτηση που κάνουμε εάν βλέπαμε όσα χαρακτηρίζονται ως ατομικά σφάλματα ή ατομική ευθύνη μέσα από ένα πολιτικό πρίσμα.

Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας, μέχρι τουλάχιστον το 2019 είχε αποφανθεί πως οι καταθλιπτικές διαταραχές έχουν τις διαστάσεις επιδημίας, έχοντας “μολύνει” περισσότερο από 350.000.000 ανθρώπους.

Κατέληξε επίσης πως οι καταθλιπτικές διαταραχές είναι η κυρίαρχη κινητήρια δύναμη πίσω από τις αυτοκτονίες, οι οποίες κάθε χρόνο ξεπερνούν τις 800.000. Πώς μπορείς άλλωστε να είσαι παραγωγικός αν θέλεις να αυτοκτονήσεις; Πώς θα καταναλώσεις. (Αλλά αυτό ίσως είναι μια συζήτηση για μια άλλη φορά)

Η κατάθλιψη επίσης χαρακτηρίζεται ως διαταραχή. Είναι δηλαδή μια κατάσταση εκτός του κανονικού, η οποία υποδηλώνει πως κάτι τρέχει με σένα. Όταν σου λένε ότι κάτι τρέχει με σένα, προσπαθείς να σκεφτείς τι έκανες λάθος. Σε ποιο σημείο της ζωής σου έκανες εκείνη την λάθος επιλογή η οποία Χ χρόνια μετά σε οδήγησε σε αυτό ακριβώς το σημείο, το σημείο όπου κάποιος σου αναγγέλλει ότι τα σκάτωσες. Εσύ φταις που βρίσκεσαι σε αυτή τη θέση τώρα γιατί είσαι διαταραγμένος. Γιατί δεν περνάς καλά; Γιατί δεν είσαι παραγωγικός στη δουλειά σου; Γιατί δεν σηκώνεις τα τηλέφωνα; Γιατί αναβάλλεις τα πάντα; Πώς σκατά έγιναν πιο βαριά τα σκεπάσματα μέσα σε μια μέρα; Γιατί δεν έχεις όρεξη να φας;

Γιατί δεν χαμογελάς; Μάλλον θα πρέπει να σου γράψουμε μερικά Ε.Α.Ε.Σ. (εκλεκτικοί αναστολείς επαναπρόσληψης σεροτονίνης) γιατί φαίνεται πως ο εγκέφαλος σου δεν παράγει τα απαραίτητα χημικά.

Γιατί δεν είσαι σαν όλους τους άλλους; Τι σκατά πάει λάθος με τον ελαττωματικό εγκέφαλο σου;

Το να γράφει κανείς για την κατάθλιψη είναι σχετικά δύσκολο. Τις περισσότερες φορές έχεις να κάνεις με μια εσωτερική φωνή που σε κατηγορεί ότι είσαι μαλθακός, δεν έχεις κατάθλιψη στα αλήθεια. Και αυτή η φωνή δυναμώνει όταν αποφασίσεις να εκφράσεις τα άγχη σου.

Φυσικά αυτή η εσωτερική φωνή, είναι κάθε άλλο παρά μια απλή φωνή.

Είναι η εσωτερικευμένη έκφραση των κοινωνικών και πολιτικών παραγόντων που σε περιβάλλουν. Είναι ο εσωτερικευμένος κατασταλτικός παράγοντας, ο ίδιος παράγοντας που έχει δημιουργηθεί προκειμένου να μην γίνεται κανένας απολύτως διάλογος που να συνδέει την κατάθλιψη με την πολιτική.

Αυτό που προσπαθώ να πω, είναι πως ίσως έχει έρθει η ώρα για να δούμε την κατάθλιψη ως ένα ζήτημα πρωτίστως κοινωνικό και πολιτικό και δευτερευόντως ιατρικό. Όχι φυσικά προς μια κατεύθυνση άρνησης της ασθένειας, αλλά σε μια προσπάθεια να κατανοήσουμε τις ρίζες της και την καταγωγή της και ίσως, τον τρόπο να την καταπολεμήσουμε.

 

 

Τα χρόνια που ακολούθησαν το 2009 και το ουσιαστικό τέλος της Μεταπολίτευσης ήταν η εφιαλτική  ανεστραμμένη εκδοχή της περιόδου της ευμάρειας.

Ό,τι απέκτησες πριν την περίοδο της Κρίσης, δεν ήταν ποτέ πραγματικά δικό σου. Ήταν δανεικός χρόνος. Και πλέον ο χρόνος είχε τελειώσει. Τώρα έπρεπε να επιστρέψεις πίσω στους νόμιμους κατόχους όσα σου “δάνεισαν”

Υπάρχουν πολλοί που λένε πως τα λεφτά δεν είναι το πιο σημαντικό πράγμα στη ζωή. Θα μπορούσαν να έχουν δίκιο.

Αλλά στην πραγματικότητα, έχοντας μεγαλώσει μέσα σε ένα κοινωνικό/οικονομικό σύστημα όπου τα πάντα αξιολογούνται με βάση την αξία τους, συμβολική ή πραγματική δεν έχει σημασία, ούτως ή άλλως η μια έννοια πολλές φορές αιμορραγεί μέσα στην άλλη, τότε πως μπορούμε να ξεφύγουμε από τις αλυσίδες του χρήματος, με τη σκέψη μας και μόνο.

Αυτό μου θυμίζει την κλασσική ιστορία από την επαρχία, όπου μια οικογένεια δίνει ένα μωρό κατσικάκι στο παιδί της οικογένειας για να το μεγαλώσει. Το παιδάκι υιοθετεί το κατσικάκι σαν κατοικίδιο, το φροντίζει, το αγαπάει, του δίνει ένα όνομα, του δίνει μια συμβολική αλλά και πραγματική αξία, με βάση τα συναισθήματα.

Μια μέρα, ένα Πάσχα, ο Πατέρας της οικογένειας ανακοινώνει στο παιδάκι πως το κατσικάκι, τώρα που μεγάλωσε θα πρέπει να σφαχτεί γιατί έτσι ορίζει το έθιμο, ο πάγιος Νόμος της κοινωνίας.

Αντίστοιχα, όταν μεγαλώνεις σε ένα κυρίαρχο πλαίσιο όπου τα πάντα ορίζονται και αποκτούν την αξία τους με βάση την οικονομία ή την αγορά τότε όταν αυτά ταλανίζονται ή αναδιαρθρώνονται αυτό επηρεάζει και εσένα. Όχι μόνο επιφανειακά, αλλά πρωτίστως υπαρξιακά. Ακόμα καλύτερα, όταν βασίζεις ολόκληρο τον υπαρξιακό σου πυρήνα γύρω από κάτι και αυτό το κάτι διαλύεται, διαλύεσαι και εσύ μαζί του.

Οπότε τώρα μένεις εσύ, με το κέντρο της ύπαρξης σου να έχει διαλυθεί και προσπαθείς να μαζέψεις τα κομμάτια. Προσπαθείς να σκεφτείς τι πήγε λάθος, αφού από την μέρα που γεννήθηκες σε διαβεβαίωναν ότι όλα θα πάνε καλά στη ζωή σου. Θα διαπρέψεις στο σχολείο, θα ολοκληρώσεις τις σπουδές σου, θα βρεις μα καλή δουλειά και θα επιτελέσεις τον κοινωνικό σου ρόλο. Μετά από σένα τα παιδιά σου θα συνεχίσουν τον κύκλο.

Τώρα, εκεί που βρισκόταν μια εικόνα του μέλλοντος, μια προοπτική για τη ζωή σου, βρίσκεται ένα θολό τοπίο που κυριαρχείται από τη φιγούρα του Χρέους. Αυτή θα είναι η νέα πραγματικότητα και πρέπει να υπακούσεις. Γιατί αν δεν υπακούσεις, μάλλον θα πρέπει να χαρακτηριστείς ως διαταραγμένος. Εάν δεν είσαι ικανοποιημένος με το πως εξελίχθηκαν τα πράγματα τότε κάτι τρέχει με την πάρτη σου.

Διάβασα σε ένα τοίχο πριν αρκετά χρόνια, ένα σύνθημα που έλεγε ότι η “πραγματική επανάσταση ξεκινάει από μέσα μας” Η “υπογραφή” από δίπλα ήταν ένα αλφάδι. Δεν ξέρω ποιος το έγραψε, αλλά σίγουρα αυτός που το έγραψε θα πρέπει να αναθεωρήσει ως προς την πολιτική του τοποθέτηση.

 

 

Η ιδιωτικοποίηση της κατάθλιψης, όπως η ιδιωτικοποίηση του Χρέους, η ιδιωτικοποίηση της “παραγωγικότητας” και εν τέλει η ιδιωτικοποίηση της ευτυχίας πρέπει να απαντηθούν από την πολιτικοποίηση. Την πολιτικοποίηση της κατάθλιψης, του Χρέους, της παραγωγικότητας και τελικά της ευτυχίας.

Η ιδέα πως ό,τι γίνεται στη ζωή μας οφείλεται αποκλειστικά και μόνο στις προσωπικές μας επιλογές, την προσωπική μας “βιολογία”, το γεγονός ότι μάλλον θα κάνουμε κάτι λάθος εμείς, είναι το βασικό δόγμα του νεοφιλελευθερισμού.

Δεν έχουν περάσει ούτως ή άλλως αρκετά χρόνια από τότε που η Θάτσερ διακήρυττε το τέλος της κοινωνίας. Η κοινωνία δεν υπάρχει, έλεγε, υπάρχουν ατομικά άντρες και γυναίκες και μετέπειτα υπάρχουν και οι οικογένειες.

Μια πολύ ωμή και αρκετά τρομακτική δήλωση. Αν δεν υπάρχει κοινωνία και υπάρχουν μόνο οι ατομικές επιλογές, τότε πράγματι είμαστε δέσμιοι των επιλογών μας.

Εάν είχα κάνει καλύτερες επιλογές στη ζωή μου τότε ίσως να ήμουν ευτυχισμένος. Ο μόνος που μπορώ να κατηγορήσω είναι ο εαυτός μου.

Και κάπως έτσι δημιουργείται η εσωτερική φωνή, η οποία δεν σταματά να μας υπενθυμίζει πως φταίμε.

Οι οικονομικές συνθήκες, το περιβάλλον, οι κοινωνικοί θεσμοί, είναι όλα μια χαρά. Δεν έχουν απολύτως κανένα πρόβλημα. Αν δεν περνάς καλά τότε μάλλον έχεις εσύ το πρόβλημα. Πες το άλλη μια φορά μαζί μου. Όλα πάνε καλά και εσύ έχεις το πρόβλημα. Ό,τι και να κάνεις μην το ξεχάσεις αυτό.

 Νομίζω όμως ότι όλα δεν πάνε καλά. Το αντίθετο. Όλα πάνε κατά διαόλου. Και νομίζω πως όλοι έχουν βαλθεί να πείσουν εμένα και άλλους πολλούς ότι το πρόβλημα το έχουμε εμείς. Διαφωνώ.

Όλα είναι λάθος. Και άμα είναι λάθος σημαίνει ότι διορθώνονται. Όλα είναι λάθος, συνεπώς όλα διορθώνονται.