Όταν πρωτοείδα τον Αδάμαστο το πρώτο post που έκανα στο Facebook μου ήταν πως αυτή η ελληνική παραγωγή είναι καλύτερη και από τις 3 ταινίες Dungeons &Dragons. Αυτές οι ταινίες, για όσους δεν γνωρίζουν, ήταν «εμπνευσμένες» από τον κόσμο του γνωστού επιτραπέζιου παιχνιδιού ρόλων και φαντασίας, το οποίο μεταξύ άλλων αποτελεί τον μη-ψηφιακό πρόγονο των σημερινών MMO(RPG) videogames σε κονσόλες και υπολογιστές.
Θυμάμαι χαρακτηριστικά μάλιστα βγαίνοντας από την αίθουσα προβολής που είδα και μίλησα σε έναν παλιό φίλο μου:
«Με δουλεύεις?!? Μιλάμε είναι μόλις ένα βήμα κάτω από τον Άρχοντα η ταινία δικέ μου» (hint: Αν αναρωτιέστε τι εννοούσε με το Άρχοντα καλύτερα να αφήσετε το άρθρο στην άκρη).
Η αλήθεια είναι ότι εκείνη την στιγμή πραγματικά δεν είχα ιδιαίτερο λόγο να φέρω αντίθεση στα λεγόμενα του, η ταινία περιέχει όντως μερικά πραγματικά καλά στοιχεία. Μα ρε Γιάννη, θα μου πείτε, είναι δυνατόν να συναγωνίζεται, και να ξεπερνά μερικές φορές, μεγάλες παραγωγές του εξωτερικού σε ένα είδος που βασίζεται τόσο πολύ σε ειδικά εφέ, σκηνοθεσία και budget? Κι όμως γίνεται. Έχοντας παρακολουθήσει την πορεία της ταινίας από μήνες πριν είχα την αίσθηση ότι οι συντελεστές ήθελαν ειλικρινά να ολοκληρωθεί αυτή η ταινία, κάνοντας πολύ κόπο και αναζητώντας δωρεές χρημάτων και υλικού από διάφορους φορείς. Και αυτό πιστεύω δεν ισχύει μόνο για τον πρωταγωνιστή κ. Ρουμπούλια, ο οποίος για όσους δεν το γνωρίζουν είναι πίσω από το comic «Τα χρονικά του Δρακοφοίνικα», στον κόσμο του οποίου λαμβάνουν χώρα τα γεγονότα της ταινίας.
Παρόλα αυτά οφείλω να ομολογήσω ότι από τα αρχικά trailer δεν είχα ενθουσιαστεί. Αν και δεν ήθελα να το παραδεχτώ, πίστευα κατά βάθος ότι μάλλον θα είναι μια εμφανώς under–funded προσπάθεια που παρά τον ζήλο θα γονάτιζε μπροστά στους όποιους περιορισμούς και θα κατέληγε να μοιάζει με φτηνή παρωδία τύπου Γιαγκόναν κάτι για το οποίο όντας true fantasy/fiction fan δεν είχα ιδιαίτερη όρεξη… Ειρωνικά ίσως, η ταινία δεν γονάτισε ποτέ, όπως και ο πρωταγωνιστής της. Είναι τρομερά αξιοσημείωτο για όσους έχουν τις αμφιβολίες τους πως βλέποντας την γελάσαμε μονάχα σε σημεία που υπήρχε χιούμορ και όχι λόγω τραγικής ποιότητας. Μάλιστα μόνο βλέποντάς την με την παρέα μου συνειδητοποίησα πραγματικά πόσο είχε εμποτίσει ακόμη και την προσπάθεια του projectη έννοια «Αδάμαστος», γιατί χρειάζεται πολύ θέληση για να γίνει κάτι τέτοιο. Θέληση και μεράκι που συχνά λείπει από πολλές παραγωγές δυστυχώς.
Εν ολίγοις, ισχύει κάτι που είχα διαβάσει πριν κάποιο καιρό. Πολλοί νομίζουν ότι οι fantasy ταινίες είναι ‘quest movies’. Μια ομάδα σφάζει τέρατα με μια προφητεία για δικαιολογία, ο πρωταγωνιστής σώζει την βαρετή καριόλα στην αποστολή του και στο τέλος νικάει έναν μεγάλο εχθρό σώζοντας και τον κόσμο, done.
Απεναντίας το δημοφιλέστατο Game of Thrones, που βρίσκω από αδιάφορο έως απωθητικό προσωπικά, καταφέρνει να αποδείξει το πόσο σημαντικό, εκτός από σενάριο, δράμα και κωμικές σκηνές είναι το να έχεις ζωντανούς χαρακτήρες. Να έχεις προσωπικότητες που δεν ξεχνάει κανείς εύκολα, που δεν είναι καρικατούρες σε λεπτό φύλλο χαρτί αλλά να αλληλεπιδρούν στα πλαίσια της αφήγησης. Δηλαδή να αλλάζουν τον κόσμο και τους γύρω τους όσο αυτοί αλλάζουν τους ίδιους. Και αυτό μπορώ να πω με μεγάλη ευχαρίστηση ότι έγινε σε επαρκή βαθμό στον Αδάμαστο.
Η ταινία είχε σίγουρα τα προβλήματά της. Το makeup, κυρίως στο πρώτο μισό της ταινίας, ήθελε δουλεία και τα πολύ «επιφανειακά» τραύματα ήταν κάπως ενοχλητικά. Η τελική μάχη μάλλον ήταν υπερεκτίμηση των resources της ομάδας και το τέρας κινούνταν επικίνδυνα κοντά στην ποιότητα των γιγαντιαίων εχθρών των Power Rangers. Θα μπορούσε να έχει ίδιο ‘monstrous’ feel με μικρότερη επένδυση σε φτηνά προσθετικά. Τα ψηφιακά εφέ ήταν μέτρια σε κάποια σημεία αλλά ευτυχώς χρησιμοποιήθηκαν με φειδώ όπου χρειάζονταν για να μην φανούν απωθητικά, ενώ σε άλλες περιπτώσεις ήταν διακριτικά έως ανύπαρκτα. Χαρακτηριστική ήταν η σκηνή με την τελετή επίκλησης που είναι ίσως η αγαπημένη μου. Χωρίς CG, που να παρατήρησα, έχουμε μια τρομαχτικά απολαυστική λεπτομέρεια. Τα μισο-λιωμένα κεριά και το κύπελλο από ταινία τρόμου, η μουσική υπόκρουση και οι τελετουργικές κινήσεις του βάρβαρου λίγο πριν δούμε να προσγειώνεταιDeus–ex–machina ένα ζευγάρι γυναικεία πόδια καλυμμένα με πηχτό αίμα… Λίγο πιο πάνω η κάμερα αποκαλύπτει μια φιγούρα τόσο σαγηνευτική όσο και σκοτεινή. Η σκηνή είναι ικανή να προκαλέσει ανατριχίλες.
Εδώ αξίζει να αναφερθεί η ποιότητα της μουσικής σε όλη την ταινία που θέτει το κατάλληλο κλίμασε πολλές σκηνές δράσης και μη. Ειδικότερα, όταν οι στρατιώτες ετοιμάζονταν να τραγουδήσουν περίμενα κάποια προσπάθεια μίμησης του Χόμπιτ με αποτυχημένη ελληνική εκτέλεση. Αν και δεν ήταν τόσο εντυπωσιακό, ήταν κάτι πολύ αξιοπρεπές που δεν προκαλούσε γέλιο αλλά το δέος πριν την μάχη, όπως άρμοζε. Ο ήχος όμως θα μπορούσε να είναι καλύτερος ή να υπάρχει περισσότερη επανάληψη των ονομάτων για να συνηθίσει ο θεατής καθώς υπάρχει το κλασσικό σύνδρομο με τα «παράξενα» ονόματα του είδους που διαφεύγουν εύκολα.
Βέβαια σε αντίθεση υπάρχουν οι αξιομνημόνευτες, δυναμικές προσωπικότητες που συναντάμε, από την ενοχλητική Βαλέρια που βλέπουμε να αλλάζει από τις περιπέτειές της, τον ενδιαφέροντα comic–relief-Φάλκο μέχρι και την επιβλητική Ιλσάρελ (ομολογώ, έχω ένα θέμα με γυναίκες που μπορούν να σε καρφώσουν στον τοίχο μόνο με έναν νεύμα των χεριών τους…) Αυτό εξάλλου φαίνεται από το πόσο χαρακτηριστική αίσθηση σου αφήνουν οι σκηνές με τις διάφορες ατάκες και εκφράσεις των ηρώων. Έτσι λοιπόν θα κλείσω αφήνοντας ένα δείγμα του πόσο εντύπωση έκαναν στην παρέα. Για μένα όταν το καταφέρνει αυτό μια ταινία, έχει πετύχει.
Social Links: