Πριν ξεκινήσει το κείμενο, να επισημάνω ότι είδα την ταινία ξημερώματα Παρασκευής προς Σάββατο, όταν γινόμουν 31 (ή όταν έκλεινα τα 31 και πήγαινα στα 32, πάντα με μπέρδευε αυτό). Ο σκηνοθέτης και σεναριογράφος της ταινία, Richard Linclater, είχε ανέκαθεν ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τις διάφορες φάσεις της ηλικίας:
Στο Dazed and Confused καταπιάνεται με την εφηβεία σε μια αμερικανική πόλη στις αρχές των 90s.
Στο School of Rock, ο 30άρης-ρεμάλι Jack Black βρίσκει νόημα διδάσκοντας Zeppelin σε μικρά παιδιά.
Στα Before Sunrise/Sunset/Midnight βλέπουμε το ξεκίνημα ενός έρωτα, την αναβίωση του και την επιβεβαίωση του στο πέρασμα των χρόνων.
Αυτή τη φορά, στην φετινή ταινία του, η οποία κυκλοφόρησε στις ελληνικές κινηματογραφικές αίθουσες την Πέμπτη, ο Linclater πάει να κάνει κάτι πραγματικά μεγάλο, κινηματογραφώντας κάτι που ζήσαμε όλοι μας: το πέρασμα της παιδικής και εφηβικής ηλικίας.
Εδώ αρχίζει ένα πιθανό spoiler, το οποίο δυστυχώς δεν μπορώ να αποσιωπήσω, αφού αυτή είναι η πεμπτουσία όλης της ταινίας:
Η ταινία κινηματογραφείται σε φυσικό χρόνο, τα παιδιά και οι ενήλικες μεγαλώνουν μπροστά στα μάτια μας. Τα γυρίσματα διήρκεσαν πάνω από 12 χρόνια και αυτό ως project, είναι από τα πιο φιλόδοξα που έχουν γίνει ποτέ στο σινεμά.
Το μεγάλο πλεονέκτημα που προσδίδει στην ταινία αυτή της η ιδιαιτερότητα είναι η τρομακτική περιέργεια που δημιουργείται στον θεατή, για το πώς θα εξελιχθούν οι χαρακτήρες. Συγκεκριμένα, εγώ είδα την ταινία μαζί με φίλους που προτιμούν το πιστολίδι και τα γουέστερν και δεν έχουν καμία σχέση με το είδος του indie cinema ή του μελό. Παρόλα αυτά, ήταν καρφωμένοι με ό,τι διαδραματιζόταν στην οθόνη, ούτε wi–fi ούτε φέισμπουκ ούτε τίποτα.
Ένα αρνητικό της ταινίας για μένα, το μοναδικό, είναι αυτή τάση του Linclater τις φορτώνει τις ταινίες του με υπερβολικό διάλογο (κάτι που κάνει και στην πιο φιλοσοφική του ταινία, το Waking Life του 2001). Αυτό δίνει έναν τόνο επιτήδευσης και εδώ, συχνά δεν σου βγαίνει ότι αυτοί οι άνθρωποι που βλέπεις μπροστά σου μιλάνε με αυτόν τον τρόπο. Περιορίζεται κάπως η τρουϊλα, καταλάβατε;
Τους χαρακτήρες δεν τους συμπάθησα στο μεγάλωμα τους. Ο γιος φαίνεται ότι γίνεται κηφισιoψωνάκι τόσο ο χαρακτήρας του όσο στάνταρ και στην πραγματική του ζωή, σκέψου να σε γυρίζουν ταινία 12 χρόνια. Η κόρη από ατομάκι εξελίσσεται σε μια νεαρή χωρίς ιδιαίτερη προσωπικότητα. Η μάνα έχει το χειρότερο taste in men (που λέγανε και οι Placebo) και ο πατέρας που χωρίζει πολύ νωρίς από τη μητέρα, από ωραίος τύπος και λίγο παλαιοπασόκ με σκληρό ροκ, καταντά εκσυγχρονιστής και full κομφορμισμένος.
Το ότι δεν τους συμπάθησα δεν είναι πρόβλημα ούτε της ταινίας ούτε δικό μου. Πέρα από την εμμονή μου ότι όσο μεγαλώνουμε γινόμαστε χειρότεροι, ο σκηνοθέτης με έξυπνα κοινωνικοπολιτικά σχόλια επιδιώκει να δείξει μία νοσταλγία για το παρελθόν και μια κριτική για το παρόν.
Και έχει την ικανότητα και το πετυχαίνει. Αυτό το tourniquet με το πλάνο στο γήπεδο που από τον αγωνιστικό χώρο περνάει γρήγορα στις εξέδρες και στους ήρωες μας, π.χ. φανερώνει δεξιοτεχνία.
Οι μουσικές επιλογές είναι καταπληκτικές. Η ταινία ξεκινάει με ροκ χιτάκια των early 00s για να κάνει πέρασμα με πανέμορφα μουσικά ιντερλούδια μέσα στην ταινία. Κάποια δε από αυτά, συνδέονται με τις πιο ζεστές στιγμές αυτού του έπους. Υπάρχει μία παντοδύναμη σκηνή όπου ο πατέρας Ethan Hawke –όταν είναι ακόμα πραγματικά cool τύπος- αφού καταφέρνει και διεκδικεί από τα παιδιά του το να μην εκφυλιστεί η σχέση μεταξύ τους μετά από τον χωρισμό, μετά τους τραγουδάει ένα από τα πιο γλυκά και προσωπικά τραγούδια που έχω ακούσει σε φιλμ.
Ή στο σκηνικό που κάνει δώρο στον γιο μία συλλογή από Beatles, το «Black album». Τρελάθηκα και πήγα την άλλη μέρα να ψάξω τι είναι αυτό, απ’ό,τι φάνηκε, ο μερακλής ο Linclater έφτιαξε μόνος του συλλογή ειδικά για την ταινία που είναι διαθέσιμη και για downloading. Kαι εγώ ξέρω τι δώρο θα κάνω στο γιο μου στα 14: Θα του δωρίσω vintage ποδοσφαιρικές εμφανίσεις από τέλη ΄90s. Πανιωνάρα,Roma, Paris Saint–Germain, τις κρατάω σε καλή κατάσταση για να του τις δώσω σαν καινούριες.
Εμένα μου ήρθαν το να παρακολουθώ αθλητικά με τον 60χρονο Σταύρο που έμενε στο πάνω διαμέρισμα και ήθελε να με κάνει γάυρο, το σκάκι με τον Αλέξανδρο που τρελαινόμουν όταν του έκανα στο σκάκι διπλό χτύπημα με το άλογο και του έτρωγα βασίλισσα αλλά και το ζόρισμα όταν μου έκανε ρουά-ματ. Πώς να διαχειριστείς το ρουά-ματ; Πώς να διαχειριστείς το game over; Ο θρίαμβος στον ημιτελικό και η ήττα στον τελικό μπάσκετ στην έκτη δημοτικού. Το ραβασάκι στα κρυφά –γιατί την είχε μαθήτρια η μάνα μου– και η πρώτη σχέση. Οι διακοπές στα Κύθηρα.
Και άλλα πολλά, ένιωσα σαν αυτό που περιέγραφε ο Προυστ στο Aναζητώντας τον Χαμένο Χρόνο. Είχα έρθει τόσο κοντά στα βιώματα, που μπορούσα να θυμηθώ τις λεπτομέρειες, μου έρχονταν ακόμα και οι μυρωδιές.
Σε κάθε περίπτωση, πάντως, μιλάμε για ένα τεράστιο κινηματογραφικό επίτευγμα. Μία ταινία σχεδόν 3 ωρών στην οποία δεν γίνεται να βαρεθείς. Ένα υπερθέαμα με πολύ δυνατή επίδραση στον θεατή. Μία ταινία για τη ζωή, με συστατικά της ίδιας της ζωής.
Τελικά μία πραγματικά πρωτότυπη ιδέα μπορεί να βγάλει αριστούργημα.
Social Links: