«…Ο ανεμιστήρας δεν είναι ένα ακόμα απλό αντικείμενο ευρείας και εξειδικευμένης χρήσης. Όχι πως υπάρχουν γενικότερα «απλά» αντικείμενα. Κανένα αντικείμενο δεν υπάρχει που να μην μπορεί να γίνει κάτι ή…

Mindtruck 12: Ευχάριστος πόνος

 «…Ο ανεμιστήρας δεν είναι ένα ακόμα απλό αντικείμενο ευρείας και εξειδικευμένης χρήσης. Όχι πως υπάρχουν γενικότερα «απλά» αντικείμενα. Κανένα αντικείμενο δεν υπάρχει που να μην μπορεί να γίνει κάτι ή δεν υπήρξε κάτι πριν γίνει τέτοιο, μα τούτος ο προβληματισμός θα ήταν ένα ακόμα διαφορετικό αντικείμενο μιας άλλης συζήτησης, αν και μπορεί να επανέλθουμε σε αυτό αργότερα. Όσον αφορά λοιπόν τον ανεμιστήρα, παρατηρούνται κάποια συγκεκριμένα εξωτερικά του χαρακτηριστικά, κοινά για κάθε τύπο του. Πρώτα απ’ όλα η βάση του, είτε με πόδια που προεξέχουν στους πιο μεγάλους, είτε με ενιαίο πλακέ στήριγμα στους πιο μικρούς, είναι συστατικό του στοιχείο. Ακόμα και τα ανεμιστηράκια, χρειάζεται από κάπου να τα κρατάς για να δροσίζεσαι (γέλια). Η βάση είναι Αρχή για οτιδήποτε και χωρίς αυτήν, το εφικτό του εποικοδομήματος της δροσιάς καταρρέει. Έπειτα έχουμε τους μοχλούς ή κουμπιά ενεργοποίησης-απενεργοποίησης και τα αντίστοιχα που ρυθμίζουν την ταχύτητα περιστροφής των ελίκων. Όλα τούτα μοιάζουν με κανόνες, με νόμους που ορίζουν τη δύναμη του αέρα και το πότε ξεκινά και το σταματημό του. Τα προστατευτικά που αποτρέπουν την επαφή μας με τους επικίνδυνους, μανιωδώς περιστρεφόμενους έλικες ή εμποδίζουν τα μωρά να χώσουνε από περιέργεια προς τα εκεί κανένα δαχτυλάκι τους, θυμίζουνε φυλακές. Ένα κουβούκλιο που περιέχει κάτι που μπορεί να φανεί καταστρεπτικό για τους απέξω, αλλά ίσως και που το μέσα του, να τους είναι απαραίτητο για να συνεχίσουν τις ζωές τους.

  …Και τέλος οι ίδιοι οι έλικες, το πιο κρίσιμο κομμάτι του ανεμιστήρα, αυτοί που συμπυκνώνουν όλες τις δυνατότητές του και επιτρέπουν στο ηλεκτρικό ρεύμα να παράγει κινητική ενέργεια. Αυτοί που κάνουν έναν ολόκληρο πολύπλοκο μηχανισμό που προηγείται, να φαίνεται κάτι πολύ απλό στα μάτια. Να φαίνεται σαν το αμείλικτο χωνευτήρι του κενού, πριν η ισχύς το μετατρέψει σε ύπαρξη, σαν ένα γρανάζι αντιπροσωπευτικό της  θεάς δύναμης, που δεν είναι γυμνή, αν και φαίνεται τέτοια, εκείνη που προσφέρει την τελική απόλαυση.

  …Γιατί δεν είναι ο ανεμιστήρας το ζήτημα, αγαπητές και αγαπητοί μου. Πριν τον ανεμιστήρα μπορεί να ήταν η βεντάλια και μετά να ήταν το air condition, όμως να δούμε και κατά πόσο η βεντάλια είναι κατά ένα μέρος ανεμιστήρας και κατά ένα ακόμη ο ανεμιστήρας να είναι air condition ως δυνατότητα, σε μια προδιαγεγραμμένη πορεία, και κατά πόσο η πορεία αυτή χαράσσεται από τον άνθρωπο. Και σε αυτό το σημείο επανέρχομαι σ’ εκείνο για το οποίο στην αρχή είπα πως θα αναφερθώ. Γιατί θα μου πείτε ότι όλα δημιουργήματα είναι του ανθρώπου, αλλά κι ο άνθρωπος της βεντάλιας δεν είναι ίδιος με τον σημερινό κι εκεί ενδιάμεσα κάθε μηχάνημα κουβαλάει μέσα του μ’ έναν τρόπο τον άνθρωπο, σε καλώδια και σε βίδες και σε κρυφές εσοχές που έγιναν για κάποιον λόγο κι όχι για έναν άλλο. Γιατί ο άλλος δεν οδηγεί στον επόμενο, που ο τελευταίος άνθρωπος δεν τον γνωρίζει ακόμα, μα μπορεί να τον δει ο επόμενος. Μην σας κουράζω όμως άλλο με θέματα που μπορεί να τραβήξουν για όλο το συνέδριο και να μιλάμε γι’ αυτά μέχρι μεθαύριο. Σας ευχαριστώ πολύ για τον πολύτιμο χρόνο που μου αφιερώσατε.»

  Τι παπαριές ήταν αυτές που άκουσα θέ μου. Είπα κι εγώ να έρθω σ’ ένα κωλοσυνέδριο στο οποίο συμμετέχει η χ, ψ, πώς την λένε, σταρτάπ εταιρία που δουλεύει ο Αντώνης κι αυτό γιατί είχα τζάμπα την είσοδο και γιατί ήθελε να έχει και παρέα ο κακομοίρης. Άσε που είναι και καλό παιδί μωρέ ο Αντώνης, ε και του χρωστάω γενικά για τη στήριξη που μου έχει δώσει κι αυτός, όχι χρηματική, για να μην σου πω ότι μπορεί να μου την προσφέρει πολλαπλάσια και στο μέλλον. Το θέμα είναι όμως ότι κάθομαι τώρα εδώ και χάνω το χρόνο μου, ακούγοντας ένα κάρο δυσνόητες και ασαφείς μαλακίες, χωρίς λόγο. Και για τι πράγμα; Για τους γαμημένους τους ανεμιστήρες. Θα με πιάσει νευρικό γέλιο. Α, να ‘τος ο Αντώνης, πάω να του πω ότι δεν αντέχω άλλο εδώ που με έφερε. Ωχ, μιλάει μ’ έναν άκυρο, άστο θα βαρεθώ χειρότερα, πάω να αράξω πουθενά να ησυχάσει το κεφάλι μου. Αλλά κάτσε μωρέ, τι μπορεί να λένε; Στην τελική, όρθιοι κάθονται, ό,τι κουραστικό και να λένε, θα μιλήσουν για λίγο κι ύστερα θα φύγει ο άλλος.

  «…Κι όμως δεν ήξερες ότι το κομπρεσέρ τους παρότι πιάνει 1200 στροφές των fju, δεν μπορεί να πιάσει το βαθμό σταθεροποίησης του τρυπανιού τους. Νομίζω είναι 75 ul. Γιατί αυτό πιστεύω φίλε μου είναι το βασικό. Άμα δεν έχεις καλό σταθεροποιητή κλάφτα. Η σταθερότητα είναι το παν στις μέρες μας. Ξέρεις εσύ τι σου ξημερώνει αύριο, μεθαύριο;»

  «Δεν θα συμφωνήσω εδώ. Πάρε μου στροφές ρε. Ρε, ρε στροφές έχει το εργαλείο; Άμα στροφάρει με ρυθμούς κρεατομηχανής τι να το κάνω; Να το ανοίξω με τον παγοκόφτη, καλύτερα θα ‘ναι. Δεν λέω, χρειάζεσαι σταθεροποίηση καλή. Πάρε ειδικό λειαντήρα, πιο φθηνά θα σου βγει κιόλα. Βάλε μωρέ εκεί λίγο ένταση στη ζωή σου, λίγο ζωντάνια, κι ας σου σπάσει και κάνα κομμάτι παραπάνω στην προσπάθεια. Τι θα το κάνεις; Στον τάφο σου θα το πάρεις; Περιπέτεια ρε κορόιδο. Εκεί είναι η ουσία.»

  «Μα δεν με κατάλαβες…»

  Πωωω, δεν μπορώ να τους παρακολουθήσω. Κάτσε να κουνήσω το κεφάλι καταφατικά, δήθεν ότι κατάλαβα. Τι βαθυστόχαστο είπες ρε μπαγάσα; Χμμμ ναι ύφος απορίας τώρα. Πώς μπορούν και μιλάνε τόση ώρα για τόσο βαρετά πράματα; Θα μου πεις η δουλειά τους είναι, αλλά και πάλι, είναι δυνατόν; Μήπως έχω εγώ το πρόβλημα και θα έπρεπε να συμμετέχω; Αφού δε σκαμπάζω μία, ας κάτσω στα αυγά μου, μη γίνουμε και ρεζίλι. Μην ξεχάσω να κάνω ότι ενδιαφέρομαι γι’ αυτά που λένε και να κάνω ότι τα σκέφτομαι και γι’ αυτό δεν μιλάω, μην παρεξηγηθεί κι ο Αντώνης. Απ’ την άλλη βέβαια κι εγώ έχω δουλειά αλλά την κάνω σαν αγγαρεία. Τυχερός ο Αντώνης που έχει βρει και κάνει αυτό που του αρέσει. Πώς να γίνεται αυτό άραγε ρε πούστη; Θα πείθεις τον εαυτό σου ότι σ’ αρέσει κάτι κι έτσι μετά από ένα σημείο σιγά σιγά θα σ’ αρέσει και στ’ αλήθεια. Με το ζόρι γίνονται αυτά. Λίγοι είναι που το ‘χουν μέσα τους κι αυτοί άντε να το βρουν. Έτσι είναι όπως τα λες κι ας μην ξέρω τι σκατά λες, εγώ σου γνέφω και χαμογελάω. Που και που να γουρλώσω και κάνα μάτι και να σηκώσω και τα φρύδια δήθεν εντυπωσιασμένος απ’ το συμπέρασμα. Α ντάξει, φεύγει ο χοντρός. Μας πήρε το κεφάλι.

  «Αντώνη, πάμε να την κάνουμε ρε; Δουλεύω και νωρίς αύριο».

 

  Το αμάξι παίζει μουσική στην επιστροφή και θα το σκεφτώ καλά την επόμενη φορά πριν δεχθώ πρόσκληση για αντίστοιχο ιβέντ, μπας και προλάβω τη γνώριμη πια ροπή για χαρακίρι. Σπίτι, κάνω μπάνιο, τρώω, μπύρα απ’ το ψυγείο, πλένω δόντια, λίγο χάζεμα fb, youtube, ώρα για βιβλίο και σειρά δεν παίζει, ύπνος. Σκέψεις, σκέψεις, δυσφορία, σκέψεις, ύπνος.

  Καλημέρα, άλλη μια μέρα για πέταμα στη δουλειά. Αχ και ξύπνησα πάλι με πόνους στην πλάτη. Θα άνοιξαν πάλι εκείνες οι πληγές που βγάζω. Δερματολογικές πίπες απ’ το άγχος. Σήμερα το πρόγραμμα για τον καφέ, λέει ελληνικό. Χθες ήπια γαλλικό, προχθές νες και πιο πριν εσπρέσο. Ή μήπως δεν τα θυμάμαι καλά. Ευτυχώς που βάζω τις συσκευασίες τη μια πίσω από την άλλη, όπως τις χρησιμοποίησα, για να μην μπερδεύομαι. Ναι όντως, ο ελληνικός είναι τέρμα πίσω, καλά θυμάμαι. Κάτσε να σβήσω και τη Δευτέρα από το ημερολόγιο. Ωραία, σήμερα δεν χρειάζεται και καλαμάκι για να τσεκάρω ποιο χρώμα έχει σειρά. Πρωινό δεν προλαβαίνω εδώ με τίποτα, θα φάω στη δουλειά. Πωωω παρά 10 πήγε. Το πουκάμισο και το παντελόνι που προκύπτουν απ’ το πρόγραμμα δεν ταιριάζουν χρωματικά. Τι να κάνουμε όμως; Αυτά έχουν σειρά. Άμα μπαίναμε στη διαδικασία να διαλέξουμε και να χάνουμε έτσι ώρα, δεν θα υπήρχε λόγος να υπάρχει το προκαθορισμένο πρόγραμμα ντυσίματος. Πρώτα όμως να βάλουμε μουσικούλα. Ντύσιμο χωρίς ράντομ μουσική από ραδιόφωνο γίνεται; «Jungle, welcome to the jungle… shun n-n-n-n-n-n-n-n knees, knees». Κάλτσες, παπούτσια. Μα πού στον πούτσο είναι η ζώνη μου; Έχω ψάξει ήδη παντού. Σήκωσα σεντόνια, κρεβάτια, καρέκλες, τραπέζια, κοίταξα σε όλα τα παντελόνια μπας και την ξέχασα μέσα στα θηλύκια, μέχρι και στο πλυντήριο. Πού είναι η γαμημένη; Αχ με τρώνε οι πληγές τώρα και δεν πρέπει να τις ξύσω, θα γίνουν χειρότερα. Λιγάκι μόνο, ένα άγγιγμα στην άκρη. Τς, πφφφ τώρα με τρώει πιο πολύ.

  Δεν γίνεται όμως. Έχω ήδη αργήσει. Αν είναι πρέπει να φύγω τώρα χωρίς ζώνη. Τι λες μωρέ; Αφού όλα τα παντελόνια μου πέφτουν πια χωρίς ζώνη. Κι έχω και μια μόνο. Ε σιγά, θα πέφτει λίγο και τι έγινε; Το πολύ να το κρατάω από μέσα απ’ τις τσέπες. Δεν γίνονται αυτά τα πράγματα. Θα φαίνεται. Ρεζιλίκι. Βάλε από πάνω το πουκάμισο. Και πάλι. Φόρα κάτι άλλο. Βάλε ένα αθλητικό με λάστιχο κι εξήγησέ τους. Δεν θα με παρεξηγήσουν. Όχι, δεν γίνονται αυτά. Εντωμεταξύ η γλυκιά φαγούρα στην πλάτη μ’ έχει καταστρέψει. Τι είναι αυτό το πράγμα; Σαν πόνος και διέγερση μαζί είναι. Κι άμα την τρίψω, άστο. Τρισχειρότερα. Μπορεί να φεύγουν κομματάκια, να ψιλοακρωτηριάζομαι και ταυτόχρονα να ηδονίζομαι. Ένα σουβλερό γαργαλητό στο στέρνο. Αυτό νιώθω. Δυσβάσταχτη ανατριχίλα. Θα πάρω τηλέφωνο να πω ότι θα αργήσω για να πεταχτώ να ψωνίσω ζώνη. Πόσο να κάνουν από εκείνα τα φτηνά; Όχι ρε, αυτό δεν παίζει. Τις προάλλες δεν ήταν που είπε ο άλλος «άλλη μια φορά να ξαναργήσεις, σε σούταρα»; Δεν πάω τότε, θα πω ότι αρρώστησα. Θα πω ότι το πρόβλημα στην πλάτη μου χειροτέρεψε πολύ και δεν μου επιτρέπει να εργαστώ.

 

  «Γεια σας. Δεν φοράω παντελόνι ξέρετε, γιατί δεν έβρισκα τη ζώνη μου και δεν ήθελα να αργήσω αγοράζοντας μια καινούρια, ούτε είχα παντελόνι που να μου κάνει χωρίς ζώνη. Ξέρω κι ότι αθλητικό ντύσιμο δεν επιτρέπεται, σε περίπτωση που επέλεγα φόρμα.»

  Άκου τι λέει το αρχίδι. Δεν τον νοιάζει κι αν πάω και ξεβράκωτος λέει, αρκεί να πηγαίνω στην ώρα μου και να βγάζω τη δουλειά που πρέπει. Τώρα δεν μπορώ και να της μιλήσω όμως έτσι, χωρίς παντελόνι. Χαχα γιατί αλλιώς θα της μίλαγες; Αφού έχει γκόμενο μωρέ μάλλον. Γιατί πού το ξέρω; Τη ρώτησα; Δεν μιλάμε καν. Αλλά δεν κοιτάζει ποτέ όταν την κοιτάζω. Καλά, πήγαινε έτσι και περίμενέ την στο πιάτο την άλλη. Δεν θα κάνω ποτέ σεξ. Πριν ένα μήνα έκανα. Όχι αυτό, αληθινό σεξ, με κάποια που σ’ αρέσει στ’ αλήθεια. Και πού ξέρω ότι θα μου αρέσει μόλις αρχίσει να μιλάει; Είναι πανέμορφη, δεν μπορεί τέτοιο πρόσωπο, τέτοια χαρακτηριστικά να τα έχει μια χαζή. Δεν είναι το θέμα αν θα είναι χαζή. Πώς ορίζεις το κριτήριο για να το κρίνεις αυτό έτσι κι αλλιώς; Μπορεί απλά να μην μου ταιριάζει. Μήπως σε βολεύει να το νομίζεις αυτό; Ακόμα κι έτσι να είναι. Θα μείνεις άλλη μια φορά μόνος; Έχω σήμερα κι αυτή την αίσθηση συνέχεια ότι με βαραίνει κάτι, λες και με τραβάει προς τα πίσω.

  Αν πάω να της πιάσω την κουβέντα για κάτι, δεν έγινε και τίποτα. Με ποια αφορμή; Ο,τι σκεφτείς εκείνη τη στιγμή. Δεν θα σκεφτώ τίποτα, δεν πρόκειται, θα κολλήσω. Το δοκίμασες; Δεν χάνω τίποτα. Μα είμαστε συνάδελφοι, θ’ αρχίσουν να κουτσομπολεύουν με το παραμικρό. Μια κουβέντα θα πούμε κι αυτό είναι όλο.  Αφού μωρέ όλες γκόμενο έχουνε ή αλλιώς ψάχνουνε κάποιον που έχει ήδη γκόμενα. Ντάξει, χοντροκομμένη γενίκευση ok και σεξισμός. Εμπειρικά μιλώντας ρε παιδί μου. Άμα είμαι εγώ χέστης κι άχρηστος ή όταν αποφασίσω να μιλήσω, πετάω βατράχια, δεν μου φταίνε οι άλλες. Θα πάω να της μιλήσω τώρα. Ένας λόγος παραπάνω που δεν φοράω παντελόνι, για να ξεπεράσω τους φόβους μου. Μα τι λέω, θα πάω εκεί έτσι και θα νομίζει ότι κάνω σεξουαλική παρενόχληση. Μήπως μόνο και που πλησιάσω έτσι, θεωρείται σεξουαλική παρενόχληση; Με μια όμορφη και λεπτή προσέγγιση, όλα διευθετούναι. Ναι, αν μπορείς να την κάνεις. Εγώ είμαι κοινωνικά ανάπηρος. Ένα βήμα κάθε φορά για να σταματήσεις να είσαι. Δεν έχω την υπομονή. Αυτό που ακούγεται τώρα τι είναι πάλι; Σαν να ακούω κάτι μεταλλικό να κουδουνίζει.

  Πρώτα απ’ όλα, θες στ’ αλήθεια να πας να μιλήσεις σε γυναίκα; Μισείς τον ίδιο τον εαυτό σου και θα μπορέσεις να προσφέρεις την αγάπη σου σε άλλη; Μπορώ να δοκιμάσω τουλάχιστον. Θέλω να ξύσω τις πληγές στην πλάτη, γαμώ το σπιτάκι τους. Και θα πας να πηδήξεις και νομίζεις δεν θα δει η κοπέλα τις πληγές στην πλάτη και θα φρικάρει; Καλά άστο. Ε βέβαια, μια ζωή κότα. Τι κότα μωρέ; Αφού είπαμε θα με περάσει για ανώμαλο έτσι. Δεν ξέρεις να μιλάς σε γυναίκες νομίζεις; Δεν ξέρω να μιλάω γενικά, δεν διαλέγω τι θέλω να κάνω κι έτσι δεν υπάρχει τίποτα για να εκφράσω. Ηλίθιος. Άβουλος. Σκάσε.

  Σκάσε μπας και συγκεντρωθώ να βγάλω δουλειά τουλάχιστον. Τι δουλειά μωρέ; Αυτή που χρωστάς να βγάλεις εδώ και έξι μήνες γιατί κωλοβαράς σκεπτόμενος τι θα γινόταν αν, σε χίλια διαφορετικά σενάρια, χιλίων διαφορετικών καταστάσεων, τις οποίες δεν φρόντισες καν να δημιουργήσεις; Τη δουλειά που έχει συσσωρευτεί κι έχει κάνει την απόλυσή σου θέμα χρόνου; Μπορώ να το παλέψω. Λίγη συγκέντρωση χρειάζομαι. Στο χέρι σου είναι. Καλά και πάλι βέβαια, όσο δουλειά και να βγει από εδώ και πέρα, δεν προλαβαίνω τις προθεσμίες της διεύθυνσης εκ των πραγμάτων. Θα κοιτάξω να διασκεδάσω όσο μπορώ το χρόνο που μου μένει τουλάχιστον. Να γλεντήσω την απόλυσή  μου; Δεν ξέρεις και ποτέ τι γίνεται. Τίποτα δεν είναι δεδομένο. Δες τη δουλειά σου αλλιώς, πάρε ευχαρίστηση από αυτήν και θα γίνεις παραγωγικός. Να πάρω ευχαρίστηση από μια δουλειά που θεωρώ αδιάφορη και βαρετή, που με τραυματίζει ψυχικά και δεν προσφέρει τίποτα στην κοινωνία, αλλά μάλλον την καταστρέφει; Ωραία και ποιος ήταν ο λόγος που την ήθελα από την πρώτη στιγμή τελοσπάντων; Σάμπως ήξερα τι ήταν; Ήταν η πρώτη δουλειά που μου πρότειναν και άρπαξα την ευκαιρία για να βγάλω κάποια χρήματα, να σταματήσω να επιβαρύνω και τους δικούς μου. Και τι κατάλαβες; Τώρα δεν θα προλάβεις να κλείσεις ούτε ένα χρόνο και ούτε χρήματα έβγαλες. Σταμάτα τη μίρλα μωρέ. Δεν σε μπορώ άλλο. Ωχ τσούζει, σφφφφ, θέλω να ξυστώ, πω ρε πούστη, έχουν ανοίξει πάλι, πρέπει να έχει μαζευτεί πύον γιατί νιώθω υγρό να βγαίνει από τις αυλακώσεις των πληγών και ν’ ακουμπάει στην άκρη του πουκαμίσου μου. Κι αυτό εδώ τι είναι; Όχι γαμώ την πουτάνα μου, τρέχει κι αίμα τώρα.

  Νιώθω σαν να έχω ενσωματώσει στην πλάτη μου ένα ξένο όργανο. Ή μάλλον το αντίστροφο. Λες και κάτι εξωτερικό, κάτι που θα ήθελε να είναι δέρμα αλλά δεν είναι, λείο και επίπεδο και κρύο, να προσπαθεί να διεισδύσει μέσα στην πληγιασμένη μου σάρκα και να κολλήσει πάνω της, μέσα της, να συγχωνευθεί μαζί της και στο τέλος να την καταλάβει. Όχι, δεν είναι ότι αισθάνομαι το δέρμα μου να σαπίζει, να γίνεται λέπια, ξερά φλούδια που πέφτουν, κομμάτια που πια δεν μου ανήκουν. Όχι, όχι, δεν είναι αυτό το συναίσθημα που έχω συνήθως. Είναι ότι λιώνει μέσα μου ένα αντικείμενο που έχει δική του βούληση και θέλει να με κάνει κι εμένα αντικείμενο, να εξαπλωθεί στο σώμα μου και να το υποτάξει, χωμένο μέσα απ’ τα χαραγμένα κρέατά μου, έτσι όπως προεξέχουν γύρω από το ξερό, μαυρισμένο αίμα που έχει πετρώσει σε σημεία.

  «Που ‘σαι ρε, τι λέει; Τι έκανες εκεί ρε αλάνι; Δεν φοράς παντελόνι;»

  «Ναι, πού να σου εξηγώ τώρα; Μεγάλη ιστορία»

  «Κάτσε ρε συ, κάτι στάζει από το πουκάμισό σου, πίσω. Τι είναι αυτό; Σαν αίμα φαίνεται»

  «Ναι, έχω μια χρόνια πάθηση…»

  «Κι αυτό; Ρε, αυτό εκεί τι είναι;»

  «Ποιο;»

  «Αυτό το λουρί που βγαίνει μέσα απ’ το πουκάμισό σου και ξεπροβάλλει πίσω απ’ το κεφάλι σου».