Έχουν περάσει μήνες από όταν είδα τον Αόρατο Άνθρωπο του Leigh Whannell. Η αρχική μου σκέψη, σίγουρα κάπως υπερβολική, έχει σφηνωθεί μέχρι και σήμερα στο κεφάλι μου: Ο Whannell έκανε…

The Invisible Man (2020): Ο τρόμος του Κενού

Έχουν περάσει μήνες από όταν είδα τον Αόρατο Άνθρωπο του Leigh Whannell. Η αρχική μου σκέψη, σίγουρα κάπως υπερβολική, έχει σφηνωθεί μέχρι και σήμερα στο κεφάλι μου: Ο Whannell έκανε για τον κενό χώρο ό,τι ο Χίτσκοκ για τα ντους στο Ψυχώ. Οκ, ακούγεται βαρύ. Αλλά –

Μετά το ναυάγιο του Dark Universe, ένα κινηματογραφικό σύμπαν το οποίο θα περιλάμβανε μια σειρά από remake των κλασικών ταινιών τρόμου με πρωταγωνιστές τα κλασικά τέρατα της Universal (Δράκουλας, Μούμια, Το Τέρας του Φρανκενστάιν κ.ά.), οι οποίες θα αποτελούσαν μέρος μιας μεγαλύτερης ενιαίας αφήγησης, à la manière de MCU, το στούντιο εγκατέλειψε το καράβι που ήδη έχει εγκαταλείψει η DC και, σε συνεργασία με την εταιρεία παραγωγής Blumhouse (η οποία φημίζεται για τις φθηνές στην παραγωγή αλλά εμπορικές ταινίες της, όπως τα τρομο-franchise των Insidious και Purge, το τρομερό Get Out αλλά και το Whiplash του Damien Chazelle), προσανατολίζεται πλέον στην παραγωγή μεμονωμένων ταινιών πάνω στα θρυλικά τέρατα. Η πρώτη ταινία που παρήχθη στο πλαίσιο του ευέλικτου αυτού μοντέλου είναι ο Αόρατος Άνθρωπος. Την ταινία σκηνοθετεί και το σενάριο υπογράφει ο Leigh Whannell (συν-σεναριογράφος και πρωταγωνιστής του πρώτου Saw), και πρωταγωνιστεί η Elisabeth Moss, των Handmaid’s Tale, Us και Mad Men, υποδυόμενη τη Cecilia Kass.

Η Cecilia είναι μια γυναίκα, η οποία υφίσταται τη συναισθηματική και ψυχολογική βια από τον εκατομμυριούχο entrepreneur των οπτικών τεχνολογιών σύζυγό της, μέχρι τη στιγμή που αποφασίζει να δραπετεύσει από την οικογενειακή φωλjίτσα και να κρυφτεί στο σπίτι ενός φίλου της αδερφής της. Μερικές μέρες μετά, μαθαίνει ότι ο σύζυγός της αυτοκτόνησε. Αυτό είναι το σημείο εκκίνησης του Τρόμου.

Η Cecilia κατατρύχεται από μια αόρατη δύναμη, η οποία την παρενοχλεί και την απομονώνει από όλους όσους τη στηρίζουν. Απέχοντας όσο είναι δυνατόν από τα σπόιλερ αν και πλέον δεν τίθεται θέμα επαναδιανομής της σε ευρεία κλίμακα -από όσο ξέρουμε, ένα θερινό την προβάλλει αυτή τη στιγμή–  παρόλα αυτά, δεν έχει νόημα να ειπωθούν πολλά. Καθώς προχωρά η ιστορία, καθίσταται εύκολα σαφές ποιος (μπορεί να) κρύβεται πίσω από την αόρατη παρουσία. Από τη πρώτη σεκάνς, το αχανώς άδειο συζυγικό σπίτι της Cecilia καταγράφει τον Κίνδυνο της ταινίας: ένα γιγάντιο και υπερμοντέρνα λιτό μαυσωλείο, μέσα στο οποίο τρέχει να ξεφύγει σε ημιπαράφρονη κατάσταση η Cecilia, επιτηρούμενη από το κλειστό σύστημα παρακολούθησης, με τον σύζυγό της, κατά τα φαινόμενα, ναρκωμένο. Ενώ η πλοκή εξελίσσεται κανονικά, τα πλάνα αλλάζουν σημείο εστίασης, κάνοντας focus σε κάποιο φαινομενικά αδιάφορο και κενό σημείο στον χώρο. Και εν μέσω των εξελίξεων, κάθε κίνηση της κάμεράς του αρχίζει να αγχώνει το κοινό που συμπάσχει με τη Cecilia, καθώς ο σκηνοθέτης μάς δείχνει μετ’ επιτάσεως, σχεδόν με το δάχτυλο, κάτι που είναι και δεν είναι (;) εκεί.

Η ταινία, επομένως, με αυτό τον τρόπο αναδεικνύει εντυπωσιακά το στρες που βιώνει η πρωταγωνίστρια, καθώς η ίδια νιώθει διαρκώς ότι απειλείται η ζωή της, τη στιγμή που κανείς από το περιβάλλον της δεν καταλαβαίνει πραγματικά την κατάστασή της. Ο Κίνδυνος συνεχίζει να παραμονεύει και να δρα, και η κατάσταση της Cecilia χειροτερεύει. Το αρχικά προστατευτικό περιβάλλον της την αποξενώνει εξαιτίας των παρεμβάσεων της αόρατης παρουσίας και τα συμπονετικά λόγια δεν αντικατοπτρίζονται στα μάτια του περίγυρου: κατανοούν ότι βρίσκεται σε δύσκολη θέση, αλλά δεν πιστεύουν ότι υπάρχει ο Αόρατος Άνθρωπος που απειλεί τη ζωή και την ψυχική της υγεία. Όχι τυχαία, η αόρατη παρουσία σαμποτάρει διαδοχικά τις προσπάθειες που κάνει για να επανασυνδεθεί με το κόσμο, επαγγελματικά, συναισθηματικά. Τη χτυπάει όταν είναι μόνη, ευάλωτη.

Ο παραλληλισμός του δράματος της Cecilia με την οδύσσεια που βιώνουν θύματα κακοποίησης εν γένει είναι σαφής: η έλλειψη αποδείξεων και η αδυναμία του περιβάλλοντος να δει πίσω από τις πόρτες του σπιτιού και μέσα στο ζευγάρι γενικεύουν τη δυσπιστία προς το πρόσωπο της καταγγέλλουσας. Θέλουμε να σε πιστέψουμε, αλλά είναι ο λόγος σου ενάντια στον δικό του – υλικό βγαλμένο απευθείας από εφιάλτες, αν σκεφτεί κανείς ότι η Cecilia αυτή τη στιγμή πολεμάει κυριολεκτικά ένα φάντασμα. Αφού είναι νεκρός, πώς γίνεται να με καταδιώκει; Το τραυματικό βίωμα της ενδοοικογενειακής κακοποίησης σε συνδυασμό με τις καταγγελίες της για παραφυσικά φαινόμενα, οδηγούν άμεσα στον συσχετισμό ότι τρελάθηκε και δεν ξέρει τι λέει. Αυτή ξέρει όμως, ξέρει – γι’ αυτό επιστρέφει στον τόπο του εγκλήματος, στο συζυγικό της σπίτι, για να βρει αποδείξεις.

Ο Whannell έχει γυρίσει ένα πειστικό θρίλερ, κυρίως μέσω της σκηνοθεσίας, παρά μέσω του σεναρίου (δεν μπορείς να απαιτήσεις πολλά, αλλά τα περισσότερα θα τα πάρεις) – και με τη Moss να κλέβει ερμηνευτικά τη παράσταση, ο Αόρατος Άνθρωπος ήταν το μεγαλύτερο κινηματογραφικό θύμα του Κορονοϊού. Το θέμα του είναι ανατριχιαστικά διαχρονικό, ενώ το τέλος είναι τόσο ηθικά γκρίζο, όσο και απόλυτα λυτρωτικό για τον θεατή.

.

.

.

(ΑΝ ΔΕΝ ΕΧΕΤΕ ΔΕΙ ΤΗ ΤΑΙΝΙΑ ΚΑΙ ΘΕΛΕΤΕ ΝΑ ΔΕΙΤΕ ΚΑΠΟΙΑ ΣΤΙΓΜΉ ΜΕ *ΚΆΠΟΙΟ ΤΡΟΠΟ* ΚΑΙ ΣΑΣ ΝΟΙΑΖΟΥΝ ΤΑ ΣΠΟΙΛΕΡ, ΜΗ ΔΙΑΒΑΣΕΤΕ ΠΑΡΑΚΑΤΩ)

.

.

.

(ΜΠΕΣΑ, ΧΑΛΑΕΙ ΤΗΝ ΤΑΙΝΙΑ)

.

.

.

SPOILΣΤΕΡΟΓΡΑΦΟ: Ο γαμπρός της Cecilia, δικηγόρος και εκτελεστής της διαθήκης του αδερφού του είχε αποκληθεί από την ίδια «τσούχτρα», δεδομένου του ηθικά ασπόνδυλου και άβουλου του χαρακτήρα του. Στην τελική σεκάνς, όπου ο Αόρατος Άνθρωπος επιχειρεί να σκοτώσει τη νεαρή Sydney, αυτή φοράει ένα μπλουζάκι με στάμπα, η οποία απεικονίζει μια τσούχτρα. Εκείνη τη στιγμή δεν το συνειδητοποίησα, αλλά μου δημιουργήθηκε η εντύπωση ότι πίσω από τη στολή του Αόρατου Ανθρώπου δεν κρύβεται ο σύζυγος της Cecilia, αλλά ο γαμπρός της. Λίγα λεπτά αργότερα, η υποψία επιβεβαιώθηκε, όταν ο γαμπρός κείτονταν νεκρός. Μετά την προβολή, ρώτησα τη σύντροφό μου εάν το υπέθεσε και αυτή, και μου είπε: «βεβαίως» – και στην ερώτηση για το πότε της δημιουργήθηκε αυτή η εντύπωση, μου είπε: «όταν έδειχνε τη Sydney να κοιμάται, φορώντας το προαναφερθέν μπλουζάκι».

Σίγουρα, δεν είναι το πιο πρωτότυπο κινηματογραφικό κόλπο, αλλά εκείνο το βράδυ δυσκολεύτηκα λίγο παραπάνω να κοιμηθώ, σκεπτόμενος πως ο Whannell έπαιξε με το μυαλό μου.

Η επίμαχη σκηνή. Πάνω από το γόνατο της δεσποινίδος διακρίνεται το επίδικον μαλάκιον.